ΛΛΕΣ ΔΥΟ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ
από το χρήστη ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΚΑΒΑΛΑΣ, Τετάρτη, 3 Αυγούστου 2011 στις 10:01 μ.μ.
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Αριθμός 2/2011 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Πατρών Γρηγόριο Κομπολίτη, με την παρουσία της Γραμματέα Αθηνάς Παναγοπούλου. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 17-6-2011 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ: Του αιτούντα: …………..του…………….., κατοίκου ……….Πατρών, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χρήστου Λιαροµµάτη. Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών, οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους [άρθρα 5 ν.3869/2010 και 748 παρ.2 ΚΠολΔ] και παρίστανται ως εξής: 1.
Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «……………………» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου ΄Αγγελου Αγγελόπουλου. 2. …..Δηµόσια Εταιρία Περιορισµένης Ευθύνης µε την επωνυµία «………….ΒΑΝΚ…….», που εδρεύει στη Λευκωσία Κύπρου και έχει εγκαταστήσει υποκατάστηµα στην Ελλάδα µε τον διακριτικό τίτλο ……………… …………ως καθολικής διαδόχου της ανώνυµης τραπεζικής εταιρίας µε την επωνυµία …………….. ΕΤΑΙΡΙΑ, που εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Χρήστου Δελδήµου. Ο αιτών με την από 14-2-2011 αίτησή του, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5/14-2-2011 ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η δικάσιμος, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Το δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά της εγγραφής της σ' αυτό, Μελέτησε τη δικογραφία. Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. Με την κρινόμενη αίτηση, ο αιτών επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται με από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών του, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή του απ’ αυτά. Η από τους μετέχοντες «………………ΤΡΑΠΕΖΑ……» ισχυρίζεται ότι δεν περιέχεται στην αίτηση αίτημα διάσωσης της κύριας κατοικίας του αιτούντος και ότι απαραδέκτως υποβλήθηκε αυτό με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της δίκης. Ο ισχυρισμό της αυτός στερείται βασιμότητας, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις των αρθ. 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση του αιτήματος αίτησης και μπορεί να περιέχεται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή του σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να διατυπώνεται σαφώς (βλ. ΑΠ 173/81 Αρχ. Ν. 32-258 και 1293/93 Δνη 35-140, ΕφΑθ 2212/83 Δνη 24-1417 και 11416/87 Δ. 19-332). Στην προκειμένη περίπτωση στην ένδικη αίτηση γίνεται σαφής και ειδική αναφορά στο ότι το περιγραφόμενο ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος και της οικογένειάς του, του οποίου προσδιορίζεται και η αξία, στο δε ενσωματωμένο στη αίτηση σχέδιο διευθέτησης ο προτεινόμενος αριθμός των 240 μηνιαίων δόσεων για την εξυπηρέτηση των στεγαστικών δανείων παραπέμπει σαφώς στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, που προβλέπει εξόφληση της οφειλής για εξαίρεση της κύριας κατοικίας σε χρόνο μέχρι την 20ετία. Επομένως από το όλο περιεχόμενο της αίτησης προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς καμία αμφιβολία το αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας του αιτούντα. Εκτός αυτού, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ. 744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, ο οποίος επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης, επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑθ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ` άρθρο 747, αριθ. 7). Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της : α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. αρθ. 2 ν.3869/2010), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από τη διαμεσολαβήτρια δικηγόρο Πατρών Χρυσούλα Γιαννοπούλου, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από τη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ αρθ. 13 παρ. 2, (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτών και επίδοση σ’ αυτούς των εγγράφων του αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010, (βεβαίωσης αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντως ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από όλους τους συµµετέχοντες πιστωτές (βλ. τις έγγραφες απαντήσεις τους). Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4,5,6 παρ.3, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντος στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη του δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, επομένως πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης και τα έγγραφα, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο αιτών έχει γεννηθεί το…., είναι έγγαμος με την …………………και έχουν ένα παιδί ηλικίας 12 ετών (βλ. το ………………/10 πιστοποιητικό του Δημάρχου Πατρέων). Εργαζόταν ως εργάτης στη βιοτεχνία ζαχαρωδών του …………………….. μέχρι τις 6-10-10 οπότε καταγγέλθηκε η σύμβασή του και απολύθηκε αφού έλαβε ως αποζημίωση το ποσό των 253,11 ευρώ (βλ. την 6-10-10 καταγγελία της σύμβασης). Έκτοτε παραμένει άνεργος και επιδοτούνταν από τον ΟΑΕΔ μέχρι τις 21-3-11 με το ποσό των 499,75 ευρώ το μήνα (βλ. το δελτίο ανεργίας, την απόφαση του ΟΑΕΔ για την επιδότησή του και τον πίνακα πληρωμών της επιδότησης). Η σύζυγός του εργαζόταν και αυτή στην ίδια πιο πάνω επιχείρηση ως εργάτρια μέχρι τις 6-10-10 οπότε καταγγέλθηκε η σύμβασή της και απολύθηκε αφού έλαβε ως αποζημίωση το ποσό των 253,11 ευρώ (βλ. την 6-10-10 καταγγελία της σύμβασης). Στη συνέχεια παρέμεινε και αυτή άνεργη και επιδοτήθηκε από τον ΟΑΕΔ μέχρι τις 12-3-11 με το ποσό των 499,75 ευρώ το μήνα (βλ. το δελτίο ανεργίας, την απόφαση του ΟΑΕΔ για την επιδότησή της και τον πίνακα πληρωμών της επιδότησης). Ήδη επαναπροσλήφθηκε από τον ίδιο εργοδότη για εποχιακή απασχόληση μέχρι τον Αύγουστο του 2011 με αποδοχές 900 ευρώ το μήνα (βλ. κατάθεση μάρτυρα και δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του αιτούντα στα πρακτικά της δίκης). ΄Αλλη πηγή εισοδήματος δεν διαθέτουν ο αιτών ή η σύζυγός του. Η οικονομική του αυτή κατάσταση είναι προσωρινή και οφείλεται στη δυσχερή οικονομική κατάσταση της χώρας την τρέχουσα περίοδο και στο χώρο της απασχόλησης, αλλά και στο γεγονός της απασχόλησής του στον ίδιο εργοδότη με τη σύζυγό του και της ταυτόχρονης απόλυσής τους απ’ αυτόν, λόγω δε της ηλικίας του (είναι 38 ετών), που του επιτρέπει μετά από εύλογη προσπάθεια, όπως εξάλλου επιβάλλεται σ’ αυτόν με τη διάταξη του αρθ. 8 παρ. 3 ν. 3869/10, να βρει εργασία ανάλογη με στις ικανότητες του, είναι πολύ πιθανή η επαναπρόσληψή του από τον ίδιο ή άλλο εργοδότη, όπως συνέβη με τη σύζυγό του. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς τους ανέγγυους όσο και αυτά και προς τους ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 98 επ.), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10). 1) Από την τράπεζα «……………………», του έχουν χορηγηθεί: α) τρία στεγαστικά δάνεια, το πρώτο με την …………………../24-3-06 σύμβαση, για 15 χρόνια με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 3,55%, το δεύτερο με την ……………………/06 σύμβαση για 30 χρόνια, με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 4,62% και το τρίτο με την …………………./15-4-08 σύμβαση, για 40 χρόνια με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 8,32%. Οι απαιτήσεις της τράπεζας από τα δάνεια αυτά είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση στην κύρια κατοικία του, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες περιλήψεις εγγραφής προσημείωσης (βλ. τις ΑΠ 31/09 και Εφθεσ 4/2010 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ` άρθρο 1007 παρ. 1 ). Η οφειλή του από τα δάνεια αυτά ανερχόταν μαζί με τους τόκους με τα πιο πάνω επιτόκια ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο της απόφασης, στα ποσά αντίστοιχα των 58.240,18, 24.267,80 και 19.748,30 ευρώ και συνολικά σε 102.256,28. Και β) ένα καταναλωτικό δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 16-2-11, το ποσό των 16.416,80 ευρώ (βλ. και το μ’ αριθ. πρωτ. …..υπηρεσιακό σημείωμα της τράπεζας με τη συνολική οφειλή από κάθε δάνειο κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης στις 16-2-11). Συνολικά οι απαιτήσεις της τράπεζας αυτής ανέρχονται σε 118.673,08 ευρώ. 2)Από την τράπεζα «………………..LTD» του έχει χορηγηθεί ένα καταναλωτικό δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης (16-2-11) το ποσό των 14.220,67 ευρώ. Ο αιτών από το έτος 2010 και κυρίως μετά την απόλυση αυτού και της συζύγου του από την εργασία τους τον Οκτώβριο του έτους αυτού, έχει περιέλθει σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές του, η δε αδυναμία του αυτή δεν οφείλεται σε δόλο (δεν προβάλλεται δόλια περιέλευση, αλλά ούτε αποδείχθηκε). Μοναδικό αξιόλογο περιουσιακό του στοιχείο, που μπορεί να εκποιηθεί και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα αποτελεί κατοικία, εμβαδού 99,51 τ.μ., η οποία έχει κτιστεί το 2006 σε διακεκριμένο τμήμα εμβαδού 593,225 τ.μ., κάθετης ιδιοκτησίας της πλήρους κυριότητάς του, που έχει συσταθεί το 2005 επί οικοπέδου εμβαδού 1.186,45 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 500/1000 αδιαιρέτως, το οποίο βρίσκεται στον οικισμό ……..του ΔΔ ………….του Δήμου Πατρέων, αντικειμενικής αξίας 70.268,48 ευρώ (βλ. δήλωση Ε9 και εκκαθαριστικό σημείωμα Ε.Τ.ΑΚ.). Η εμπορική αξία της κατοικίας αυτής εκτιμάται σε 80.000 ευρώ, λαμβανομένων υπόψη της παλαιότητάς της (5ετίας περίπου), της περιοχής στην οποία βρίσκεται, του εμβαδού της, της αντικειμενικής της αξίας, του ότι έχει κτιστεί σε διακεκριμένο τμήμα κάθετης ιδιοκτησίας εμβαδού 593,225 τ.μ., του ποσοστού συνιδιοκτησίας (500/1000) στο όλο οικόπεδο 1.186,45 τ.μ. και των συνθηκών που επικρατούν σήμερα στην αγορά ακινήτων λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Η κατοικία αυτή αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος και της οικογένειάς του και η αξία της δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για έγγαμο φορολογούμενο με ένα παιδί όπως ο αιτών, που ανέρχεται σε 275.000 ευρώ προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση. Ακόμη ο αιτών διαθέτει ένα ΙΧΕ αυτοκίνητο, της πλήρους κυριότητάς του, τύπου……….. εκ. 10 HP, με ημερομηνία πρώτης άδειας την 11-6-1997, το οποίο το είχε αγοράσει μεταχειρισμένο το 2004 (βλ. άδεια κυκλοφορίας του) και του οποίου η εμπορική αξία, εκτιμάται σε 2.000 ευρώ (βλ. και αγγελίες παρόμοιου τύπου αυτοκινήτων στο www.autotriti.gr). Ενόψει της εμπορικής του αυτής αξίας, του τύπου και της παλαιότητάς του δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά ούτε και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών του αιτούντα, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), γι’ αυτό και κρίνεται ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίησή του. Η από του πιστωτές «………………..» ζητά την απόρριψη της αίτησης επειδή ο αιτών παρέβη το καθήκον της αλήθειας και συγκεκριμένα παρέλειψε να περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του και στη υπεύθυνη δήλωση το πιο πάνω αυτοκίνητο, καθώς και ένα δεύτερο ιδιοκτησίας της συζύγου του, ακόμη, δε δήλωσε το χρηματικό ποσό των 10.230 ευρώ, το οποίο κατά τη φορολογική του δήλωση απέκτησε από διάθεση περιουσιακών στοιχείων κλπ, καθώς και τα ποσά της αποζημίωσης απόλυσης αυτού και της συζύγου του. Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του αρθ. 10 ν. 3869/10 επιβάλλεται στον οφειλέτη το καθήκον για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και εισοδημάτων, καθόλο το διάστημα της διαδικασίας της ρύθμισης που αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης του αρθ. 4 παρ.1, αλλά και την περίοδο της ρύθμισης των αρθ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του νόμου. Ειδικότερες μορφές του καθήκοντος αυτού αποτελούν οι υποχρεώσεις για ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στις καταστάσεις της παρ. 1 του αρθ. 4, για αλήθεια του περιεχομένου της δήλωσης της παρ. 2β του αρθ. 4. Η παράβαση των υποχρεώσεών του αυτών, εφόσον έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης ρύθμισης ή την έκπτωση από τη ρύθμιση ή την έκπτωση από την απαλλαγή που έχει ήδη αποφασιστεί και μέχρι 2 χρόνια μετά την επέλευσή της, παράλληλα δε νέα αίτηση ρύθμισης μπορεί να υποβληθεί μετά την πάροδο δύο ετών από την τελεσίδικη απόρριψη της προηγούμενης αίτησης, ή την τελεσιδικία της απόφασης περί έκπτωσης. Για να επέλθουν οι δυσμενείς αυτές κυρώσεις σε βάρος του οφειλέτη θα πρέπει οι ατελείς δηλώσεις του να είναι πρόσφορες να μειώσουν την ικανοποίηση των πιστωτών (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 157, αριθ. 10). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, το αυτοκίνητο του αιτούντος δεν έχει αξιόλογη εμπορική αξία, ικανή να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον και να αποφέρει σημαντικό ποσό για την ικανοποίηση των πιστωτών του, γι’ αυτό και κρίθηκε ότι δεν είναι πρόσφορο προς εκποίηση γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον. Επομένως η παράλειψη του αιτούντος να το περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας του και στη υπεύθυνη δήλωση είναι εντελώς επουσιώδης, σε κάθε δε περίπτωση δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρειά αμέλειά του, συνεπώς δε συνιστά περίπτωση παράβασης του καθήκοντος για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και επέλευσης σε βάρος του των πιο πάνω δυσμενών συνεπειών του νόμου. Ούτε η παράλειψή του να δηλώσει το ποσό των 10.230 ευρώ, το οποίο έχει περιλάβει στη φορολογική δήλωση οικ. έτους 2010 και στον κωδικό 781 (χρηματικά ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή κεφαλαίων αλλοδαπής, δάνεια, δωρεές κλπ), συνιστά περίπτωση παράβασης του καθήκοντος για ειλικρινή δήλωση, καθόσον και ανεξάρτητα από αν το ποσό αυτό αποτελούσε εισόδημά ή από κάποια άλλη αιτία περιελήφθη στη δήλωσή του (δεν προκύπτει η προέλευσή του), αφορά προγενέστερο χρόνο της περιέλευσής του σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών και προσφυγής στη διαδικασία του ν. 3869/10 (η φορολογική δήλωση αφορά εισοδήματα του έτους 2009) και συνεπώς δεν είχε υποχρέωση να το περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του. Ούτε τέλος συντρέχει περίπτωση ανειλικρινούς δήλωσης από την παράλειψή του να δηλώσει τα ποσά της αποζημίωσης απόλυσης αυτού και της συζύγου του, καθόσον πρόκειται για πολύ μικρά ποσά (από 253,11 ευρώ καθένας) και η παράβαση κρίνεται εντελώς επουσιώδης. Τέλος και όσον αφορά το αυτοκίνητο της συζύγου του ο αιτών δεν υποχρεούται να περιγράψει τα περιουσιακά στοιχεία του συζύγου του, τα οποία αποτελούν ξένη περιουσία και δεν είναι υπέγγυα στους πιστωτές του. Μόνο τα εισοδήματά του υποχρεούται να περιλάβει στην κατάσταση του αρθ. 4 παρ. 1 του νόμου, τα οποία ενδιαφέρουν προκειμένου να καθοριστεί η συνεισφορά του στις οικογενειακές δαπάνες στα πλαίσια της υποχρέωσή του που απορρέει από τις διατάξεις των αρθ. 1389 και 1390 ΑΚ, από δε τα περιουσιακά στοιχεία της συζύγου του, ενδιαφέρουν μόνο εκείνα που αποφέρουν κάποιο εισόδημα, τα οποία και αποτελούν αντικείμενο απόδειξης κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, και τέτοιο δεν αποτελεί το αυτοκίνητό της. Με βάση τα προλεχθέντα συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του νόμου 3869/10 και ειδικότερα αυτή των αρθ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2. Έτσι η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στους πιο πάνω πιστωτές από τα εισοδήματα του επί τετραετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης, από τις οποίες οι πιστωτές του θα ικανοποιηθούν συμμέτρως (αρθ. 8 παρ. 2 ν. 3869/10). Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το προς διάθεση στους πιστωτές του ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών του αναγκών, και της προοπτικής βελτίωσης στο μέλλον της οικονομικής του κατάστασης, για τα οποία έγινε λόγος παραπάνω, ανέρχεται σε 400 ευρώ το μήνα ( ο ίδιος με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του προσφέρεται στην καταβολή μηνιαία του ποσού των 340 ευρώ, βλ. αίτησή του ), ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες. Το συνολικό ποσό των οφειλών του ανέρχεται σε 132.893,75 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 118.673,08 ευρώ συνολικά προς την «…………………» και 14.220,67 ευρώ προς την «………………….LTD», σε κάθε μία από τις οποίες αναλογεί από το ποσό των 400 ευρώ, στην μεν πρώτη αυτό των 357,20 ευρώ (400:132.893,75Χ118.673,08) και στη δε δεύτερη αυτό των 42,80 ευρώ (400 : 132.893,75 Χ 14.220,67). Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της 4ετίας κάθε πιστώτρια θα έχει λάβει τα εξής ποσά:Α)Η τράπεζα «…………………..» 17.145,60 ευρώ, από τα οποία αναλογούν 14.773,61 για τα στεγαστικά δάνεια και 2.371,99 ευρώ για το καταναλωτικό δάνειο. Β) Η τράπεζα «……………………………. », 2.054,40 ευρώ.Η παραπάνω πρώτη ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10, εφόσον με τις καταβολές επί 4ετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών του αιτούντος και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας του από την εκποίηση, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 148, αριθ. 16). Έτσι θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, για την οποία θα πρέπει να καταβάλει το 85% της εμπορικής της αξίας, δηλαδή το ποσό των 68.000 ευρώ (80.000Χ85%). Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 17 χρόνια, λαμβανομένης υπόψη της παραπάνω διάρκειας των στεγαστικών δανείων, του συνόλου των χρεών του αιτούντος, της οικονομικής του δυνατότητας και της ηλικίας του.Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθεί προνομιακά η απαίτηση της πιστώτριας «………………………….» από τα τρία στεγαστικά δάνεια, καθόσον οι απαιτήσεις της απ’ αυτά, όπως προαναφέρθηκε, είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση.Η υποχρέωση του αιτούντος για καταβολή του 85% της αξίας της κατοικίας της προκειμένου να τη διασώσει, προκύπτει σαφώς από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2 του ν. 3869/10, η οποία εισάγει μεν ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ του οφειλέτη, αφού του παρέχει τη δυνατότητα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, που μπορούσε να διαταχθεί από το Δικαστήριο σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, δοθέντος ότι αποτελεί ρευστοποιήσιμο περιουσιακό, πλην όμως του επιβάλλει προκειμένου να πετύχει την εξαίρεση την πρόσθετη υποχρέωση να καταβάλει το 85% της εμπορικής της αξίας. Έτσι με βάση τη ρύθμιση αυτή το Δικαστήριο καλείται να προβεί ουσιαστικά σε αναδιάρθρωση των υπολοίπων των χρεών του οφειλέτη, που δεν θα ικανοποιηθούν από τις καταβολές επί 4ετία του αρθ. 8 παρ. 2 προς όλους τους πιστωτές του, επιβάλλοντας σ’ αυτόν την εξυπηρέτηση ενός πρόσθετου χρέους που αποτελείται από το σύνολο των υπολοίπων των παλαιών χρεών του. Διαφορετική ερμηνεία της διάταξης αυτής, σύμφωνα με την οποία εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου το ποσό που θα οριστεί για τη διάσωση της κατοικίας με ανώτατο όριο το 85% της εμπορικής της αξίας της, δεν μπορεί να βρει έρεισμα ούτε στη γραμματική διατύπωση της διάταξης, αφού η φράση «μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο ογδόντα πέντε τοις εκατό…» αναφέρεται όχι σε δυνατότητα του Δικαστηρίου προσδιορισμού του ποσοστού, αλλά στο ανώτατο όριο της πρόσθετης αυτής επιβάρυνσης του οφειλέτη, με την έννοια ότι εφόσον το ύψος της οφειλής του είναι μικρότερο του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας θα καταβάλει ολόκληρο το ποσό της, εφόσον δε είναι μεγαλύτερη θα απαλλαγεί του πέραν του 85% ποσού της. Εξάλλου μια τέτοια ερμηνεία της διάταξης θα οδηγούσε σε απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του ακόμη και με μηδενικές καταβολές, σύμφωνα με τη ρύθμιση του αρθ. 8 παρ. 5 και μικρές καταβολές δυσανάλογες της αξίας της κατοικίας με την παράλληλη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, με διατήρηση του περιουσιακού του αυτού στοιχείου. Από την άλλη πλευρά οι πιστωτές του θα στερούνταν ενός σημαντικού περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη για την ικανοποίηση μέρους έστω των απαιτήσεών τους, πράγμα αντίθετο με το σκοπό του νόμου, όπως αυτός προκύπτει τόσο από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 1 που δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να διατάξει την εκποίηση και της κύριας κατοικίας, όσο και αυτής του αρθ. 4 παρ. 1 που επιβάλει στον οφειλέτη την υποχρέωση στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών που θα υποβάλει να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τόσο τα συμφέροντα των πιστωτών όσο και την περιουσίας και τα εισοδήματά του, ενώ ορίζεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου, σύμφωνα με την οποία με το νόμο δίνεται μεν η δυνατότητα στον οφειλέτη να απαλλαγεί από τα χρέη του, εφόσον όμως δεν υφίστανται περιουσιακά στοιχεία για την ικανοποίηση των πιστωτών, ειδικά δε επί διάσωσης της κατοικίας η δυνατότητα αυτή παρέχεται στον οφειλέτη υπό τους όρους και διαδικασίες που δε θα θίγουν τα συμφέροντα των πιστωτών. Εφόσον ο οφειλέτης δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην πρόσθετη αυτή υποχρέωση εναπόκειται στη βούλησή του η εξαίρεση ή μη της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, αφού το δικαστήριο μπορεί να τη διατάξει μόνο μετά από αίτημά του και όχι αυτεπάγγελτα. Με βάση λοιπόν τη ρύθμιση του αρθ, 9 παρ. 2 εφόσον μεν τα υπόλοιπα των χρεών του οφειλέτη μετά τις καταβολές της ρύθμισης του αρθ. 8 παρ. 2 υπερβαίνουν το ποσό του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας του, το Δικαστήριο θα προβεί σε ρύθμιση επιβάλλοντάς του πρόσθετο χρέος για την εξόφληση των οφειλών του αυτών ίσο με το ποσό αυτό του 85%, απαλλασσομένου του υπολοίπου των χρεών με την τήρηση της ρύθμισης. Εφόσον δε τα υπόλοιπα των χρεών του είναι μικρότερα του 85% θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι την εξάντληση του ποσού αυτού. Όπως προαναφέρθηκε το υπόλοιπο των απαιτήσεων της πιστώτριας «………………..» που είναι ασφαλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια στην κατοικία, μετά τις καταβολές επί 4ετία ανέρχεται σε 87.482,67 ευρώ (102.256,28-14.773,61). Η προνομιακή ικανοποίηση της πιστώτριας αυτής, θα γίνει μέχρι το ποσό των 68.000 ευρώ του 85%, της εμπορικής αξίας της κατοικίας του αιτούντος, απαλλασσομένου του υπολοίπου των χρεών του με την τήρηση και αυτής της ρύθμισης, με μηνιαίες καταβολές επί 17 χρόνια, που θα αρχίσουν μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος δηλαδή αυτή της 3ετίας από τη δημοσίευση της απόφασης, ποσού 333,33 ευρώ το μήνα και επί 204 μήνες (17 χρόνια Χ 12). Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ως προς τις υπόλοιπες παραπάνω απαιτήσεις των πιστωτών από τα καταναλωτικά δάνεια κατά το μέρος που δεν καλύφθηκαν από τις 4ετείς καταβολές μετά την εξάντληση του ποσού των 68.000 ευρώ του 85% της αξίας της κατοικίας για την προνομιακή ικανοποίηση των εμπραγμάτως ασφαλισμένων απαιτήσεων δεν μπορεί να ικανοποιηθούν και απαλλάσσεται ο αιτών. Κατά συνέπεια των παραπάνω πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη του αιτούντος με σκοπό την απαλλαγή του με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν.3869/2010. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων. Δέχεται την αίτηση. Ρυθμίζει τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές προς τους πιστωτές του επί μία τετραετία, οι οποίες θα αρχίζουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης, ποσού, στην τράπεζα «…………………..» 357,20 ευρώ και στην τράπεζα «……………………………..», 42,80 ευρώ. Εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία του αιτούντος, δηλαδή την κατοικίας, εμβαδού 99,51 τ.μ., που βρίσκεται στον οικισμό ……..του ΔΔ …….του Δήμου Πατρέων, η οποία έχει κτιστεί σε διακεκριμένο τμήμα εμβαδού 593,225 τ.μ., κάθετης ιδιοκτησίας, που έχει συσταθεί επί οικοπέδου εμβαδού 1.186,45 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 500/1000 αδιαιρέτως. Επιβάλλει στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της κατοικίας του στην τράπεζα «………………..» το ποσό των 333,33 ευρώ το μήνα και επί 204 μήνες. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Πάτρα και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου Πατρών, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 22 Ιουλίου 2011, απόντων των διαδίκων. Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Γρηγόρης Κομπολίτης Αθηνά Παναγοπούλου
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Αριθμός 3/2011 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Πατρών Γρηγόριο Κομπολίτη, με την παρουσία της Γραμματέα Αθηνάς Παναγοπούλου. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 17-6-2011 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ: Της αιτούσας: ……………του……………….., κατοίκου Πατρών, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Βασιλείου Σκούρα. Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών, οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους [άρθρα 5 ν.3869/2010 και 748 παρ.2 ΚΠολΔ] και παρίστανται ως εξής: 1. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «………..ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Βασιλείου Σκόνδρα. 2. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία « ………….ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ιωάννη Ρόδη, 3. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «……… ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γεωργίου Τσινούκα. Η αιτούσα με την από 3-2-2011 αίτησή της, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3/4-2-2011 ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η δικάσιμος, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Το δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά της εγγραφής της σ' αυτό, Μελέτησε τη δικογραφία. Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται με από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών της, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτά. Η από τους μετέχοντες «………………» ισχυρίζεται ότι δεν περιέχεται στην αίτηση αίτημα διάσωσης της κύριας κατοικίας της αιτούσας και ότι απαραδέκτως υποβλήθηκε αυτό με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της δίκης. Ο ισχυρισμό της αυτός στερείται βασιμότητας, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις των αρθ. 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση του αιτήματος αίτησης και μπορεί να περιέχεται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή του σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να διατυπώνεται σαφώς (βλ. ΑΠ 173/81 Αρχ. Ν. 32-258 και 1293/93 Δνη 35-140, ΕφΑθ 2212/83 Δνη 24-1417 και 11416/87 Δ. 19-332). Στην προκειμένη περίπτωση στην ένδικη αίτηση γίνεται σαφής και ειδική αναφορά στο ότι το περιγραφόμενο διαμέρισμα αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας και της οικογένειάς της, του οποίου προσδιορίζεται και η αξία, στο δε ενσωματωμένο στη αίτηση σχέδιο διευθέτησης ο προτεινόμενος αριθμός των 80 δόσεων για την εξυπηρέτηση του στεγαστικού δανείου παραπέμπει σαφώς στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, που προβλέπει εξόφληση της οφειλής για εξαίρεση της κύριας κατοικίας σε χρόνο μέχρι την 20ετία. Επομένως από το όλο περιεχόμενο της αίτησης προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς καμία αμφιβολία το αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας της αιτούσας. Εκτός αυτού, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ. 744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, ο οποίος επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης, επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ) εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑθ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ` άρθρο 747, αριθ. 7). Με το περιεχόμενο αυτό η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της : α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. αρθ. 2 ν. 3869/2010), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από το διαμεσολαβητή δικηγόρο Πατρών Βασίλειο Σκούρα, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από τη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή της για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ αρθ. 13 παρ. 2, (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτών και επίδοση σ’ αυτούς των εγγράφων του αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010, (βεβαίωσης αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντως ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από όλους τους συµµετέχοντες πιστωτές (βλ. τις έγγραφες απαντήσεις τους). Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4,5,6 παρ. 3, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της, επομένως πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης. Ο ισχυρισμός της τράπεζας «………ΑΕ» ότι η δεν περιέχεται στην αίτηση ένα συνολικό σχέδιο διευθέτησης των οφειλών αλλά χωριστό σχέδιο συμβιβασμού για κάθε πιστωτή, γεγονός που καθιστά την αίτηση μη νόμιμη, δεν ευσταθεί, καθόσον έχει ενσωματωθεί στην αίτηση τέτοιο σχέδιο, στο οποίο περιέχονται οι απαιτήσεις κάθε πιστώτριας τράπεζας και ο προτεινόμενος τρόπος εξόφλησής τους με προσδιορισμό των επί μέρους καταβολών κατά αριθμό μηνιαίων δόσεων και ποσό. Ούτε ο ισχυρισμός της ότι δεν της επιδόθηκε συνολικό σχέδιο διευθέτησης των οφειλών αλλά σχέδιο που αφορούσε τις οφειλές άλλης πιστώτριας τράπεζας ευσταθεί, καθόσον με την επίδοση σ’ αυτή της ένδικης αίτησης, πράγμα που δεν αρνείται, περιήλθε σε γνώση της το προτεινόμενο από την αιτούσα σχέδιο διευθέτησης όλων των οφειλών της, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, είναι ενσωματωμένο στην αίτηση και δε χρειαζόταν η επίδοση προς αυτήν χωριστού έγγραφου σχεδίου. Τέλος ο ισχυρισμός της ίδιας τράπεζας ότι η αίτηση δεν είναι νόμιμη επειδή η αιτούσα δεν της απηύθυνε πρόσκληση να υποβάλλει στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως τις παρατηρήσεις και να δηλώσει αν συμφωνεί με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης, όπως απαιτείται από τη διάταξη του αρθ. 5 παρ. 1 περ. γ’ ν. 3839/10, στερείται βασιμότητας, καθόσον δεν προσκομίζεται το δικόγραφο της αίτησης, που της επιδόθηκε, στο οποίο περιέχεται το σχέδιο διευθέτησης ώστε να διαπιστωθεί η επικαλούμενη αυτή παράλειψη. Εξ’ άλλου η μη νομότυπη κατ’ αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3839/10 επίδοση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή εγγράφων δεν καθιστά απαράδεκτη ή μη νόμιμη την αίτηση ρύθμισης, απλώς δεν επέρχονται οι έννομες συνέπειες που ορίζονται από τη διάταξη αυτή και συνδέονται με τη νομότυπη επίδοση, δηλαδή αυτή της τεκμαιρόμενης συναίνεσης του πιστωτή στο σχέδιο διευθέτησης από την παράλειψή του να απαντήσει μέσα στην αποκλειστική προθεσμία των 2 μηνών. Τέτοιο όμως ζήτημα δεν τίθεται στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον η συγκεκριμένη πιστώτρια απάντησε αρνητικά στο σχέδιο με παρατηρήσεις και προτάσεις που υπέβαλε εμπρόθεσμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού (βλ. το έγγραφο της
Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «……………………» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου ΄Αγγελου Αγγελόπουλου. 2. …..Δηµόσια Εταιρία Περιορισµένης Ευθύνης µε την επωνυµία «………….ΒΑΝΚ…….», που εδρεύει στη Λευκωσία Κύπρου και έχει εγκαταστήσει υποκατάστηµα στην Ελλάδα µε τον διακριτικό τίτλο ……………… …………ως καθολικής διαδόχου της ανώνυµης τραπεζικής εταιρίας µε την επωνυµία …………….. ΕΤΑΙΡΙΑ, που εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Χρήστου Δελδήµου. Ο αιτών με την από 14-2-2011 αίτησή του, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5/14-2-2011 ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η δικάσιμος, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Το δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά της εγγραφής της σ' αυτό, Μελέτησε τη δικογραφία. Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. Με την κρινόμενη αίτηση, ο αιτών επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται με από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών του, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή του κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή του απ’ αυτά. Η από τους μετέχοντες «………………ΤΡΑΠΕΖΑ……» ισχυρίζεται ότι δεν περιέχεται στην αίτηση αίτημα διάσωσης της κύριας κατοικίας του αιτούντος και ότι απαραδέκτως υποβλήθηκε αυτό με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της δίκης. Ο ισχυρισμό της αυτός στερείται βασιμότητας, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις των αρθ. 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση του αιτήματος αίτησης και μπορεί να περιέχεται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή του σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να διατυπώνεται σαφώς (βλ. ΑΠ 173/81 Αρχ. Ν. 32-258 και 1293/93 Δνη 35-140, ΕφΑθ 2212/83 Δνη 24-1417 και 11416/87 Δ. 19-332). Στην προκειμένη περίπτωση στην ένδικη αίτηση γίνεται σαφής και ειδική αναφορά στο ότι το περιγραφόμενο ακίνητο αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος και της οικογένειάς του, του οποίου προσδιορίζεται και η αξία, στο δε ενσωματωμένο στη αίτηση σχέδιο διευθέτησης ο προτεινόμενος αριθμός των 240 μηνιαίων δόσεων για την εξυπηρέτηση των στεγαστικών δανείων παραπέμπει σαφώς στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, που προβλέπει εξόφληση της οφειλής για εξαίρεση της κύριας κατοικίας σε χρόνο μέχρι την 20ετία. Επομένως από το όλο περιεχόμενο της αίτησης προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς καμία αμφιβολία το αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας του αιτούντα. Εκτός αυτού, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ. 744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, ο οποίος επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης, επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑθ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ` άρθρο 747, αριθ. 7). Με το παραπάνω περιεχόμενο η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της : α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. αρθ. 2 ν.3869/2010), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από τη διαμεσολαβήτρια δικηγόρο Πατρών Χρυσούλα Γιαννοπούλου, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από τη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση του αιτούντος για ρύθμιση των χρεών του στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή του για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ αρθ. 13 παρ. 2, (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτών και επίδοση σ’ αυτούς των εγγράφων του αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010, (βεβαίωσης αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντως ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από όλους τους συµµετέχοντες πιστωτές (βλ. τις έγγραφες απαντήσεις τους). Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4,5,6 παρ.3, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής του αιτούντος στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη του δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, επομένως πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης. Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης και τα έγγραφα, που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Ο αιτών έχει γεννηθεί το…., είναι έγγαμος με την …………………και έχουν ένα παιδί ηλικίας 12 ετών (βλ. το ………………/10 πιστοποιητικό του Δημάρχου Πατρέων). Εργαζόταν ως εργάτης στη βιοτεχνία ζαχαρωδών του …………………….. μέχρι τις 6-10-10 οπότε καταγγέλθηκε η σύμβασή του και απολύθηκε αφού έλαβε ως αποζημίωση το ποσό των 253,11 ευρώ (βλ. την 6-10-10 καταγγελία της σύμβασης). Έκτοτε παραμένει άνεργος και επιδοτούνταν από τον ΟΑΕΔ μέχρι τις 21-3-11 με το ποσό των 499,75 ευρώ το μήνα (βλ. το δελτίο ανεργίας, την απόφαση του ΟΑΕΔ για την επιδότησή του και τον πίνακα πληρωμών της επιδότησης). Η σύζυγός του εργαζόταν και αυτή στην ίδια πιο πάνω επιχείρηση ως εργάτρια μέχρι τις 6-10-10 οπότε καταγγέλθηκε η σύμβασή της και απολύθηκε αφού έλαβε ως αποζημίωση το ποσό των 253,11 ευρώ (βλ. την 6-10-10 καταγγελία της σύμβασης). Στη συνέχεια παρέμεινε και αυτή άνεργη και επιδοτήθηκε από τον ΟΑΕΔ μέχρι τις 12-3-11 με το ποσό των 499,75 ευρώ το μήνα (βλ. το δελτίο ανεργίας, την απόφαση του ΟΑΕΔ για την επιδότησή της και τον πίνακα πληρωμών της επιδότησης). Ήδη επαναπροσλήφθηκε από τον ίδιο εργοδότη για εποχιακή απασχόληση μέχρι τον Αύγουστο του 2011 με αποδοχές 900 ευρώ το μήνα (βλ. κατάθεση μάρτυρα και δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του αιτούντα στα πρακτικά της δίκης). ΄Αλλη πηγή εισοδήματος δεν διαθέτουν ο αιτών ή η σύζυγός του. Η οικονομική του αυτή κατάσταση είναι προσωρινή και οφείλεται στη δυσχερή οικονομική κατάσταση της χώρας την τρέχουσα περίοδο και στο χώρο της απασχόλησης, αλλά και στο γεγονός της απασχόλησής του στον ίδιο εργοδότη με τη σύζυγό του και της ταυτόχρονης απόλυσής τους απ’ αυτόν, λόγω δε της ηλικίας του (είναι 38 ετών), που του επιτρέπει μετά από εύλογη προσπάθεια, όπως εξάλλου επιβάλλεται σ’ αυτόν με τη διάταξη του αρθ. 8 παρ. 3 ν. 3869/10, να βρει εργασία ανάλογη με στις ικανότητες του, είναι πολύ πιθανή η επαναπρόσληψή του από τον ίδιο ή άλλο εργοδότη, όπως συνέβη με τη σύζυγό του. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία τόσο αυτά προς τους ανέγγυους όσο και αυτά και προς τους ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης (βλ. σε Κρητικό «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» σελ. 98 επ.), με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα στεγαστικά δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10). 1) Από την τράπεζα «……………………», του έχουν χορηγηθεί: α) τρία στεγαστικά δάνεια, το πρώτο με την …………………../24-3-06 σύμβαση, για 15 χρόνια με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 3,55%, το δεύτερο με την ……………………/06 σύμβαση για 30 χρόνια, με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 4,62% και το τρίτο με την …………………./15-4-08 σύμβαση, για 40 χρόνια με επιτόκιο ενήμερης οφειλής 8,32%. Οι απαιτήσεις της τράπεζας από τα δάνεια αυτά είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση στην κύρια κατοικία του, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες περιλήψεις εγγραφής προσημείωσης (βλ. τις ΑΠ 31/09 και Εφθεσ 4/2010 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ σύμφωνα με τις οποίες εξομοιώνεται πλήρως ο ενυπόθηκος με τον προσημειούχο δανειστή, με μόνη την διαφορά ως προς τον τρόπο οριστικής ή τυχαίας κατάταξης κατ` άρθρο 1007 παρ. 1 ). Η οφειλή του από τα δάνεια αυτά ανερχόταν μαζί με τους τόκους με τα πιο πάνω επιτόκια ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο της απόφασης, στα ποσά αντίστοιχα των 58.240,18, 24.267,80 και 19.748,30 ευρώ και συνολικά σε 102.256,28. Και β) ένα καταναλωτικό δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης στις 16-2-11, το ποσό των 16.416,80 ευρώ (βλ. και το μ’ αριθ. πρωτ. …..υπηρεσιακό σημείωμα της τράπεζας με τη συνολική οφειλή από κάθε δάνειο κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης στις 16-2-11). Συνολικά οι απαιτήσεις της τράπεζας αυτής ανέρχονται σε 118.673,08 ευρώ. 2)Από την τράπεζα «………………..LTD» του έχει χορηγηθεί ένα καταναλωτικό δάνειο, από το οποίο οφείλει μαζί με τους τόκους μέχρι την κοινοποίηση της αίτησης (16-2-11) το ποσό των 14.220,67 ευρώ. Ο αιτών από το έτος 2010 και κυρίως μετά την απόλυση αυτού και της συζύγου του από την εργασία τους τον Οκτώβριο του έτους αυτού, έχει περιέλθει σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία να πληρώνει τις ληξιπρόθεσμες χρηματικές οφειλές του, η δε αδυναμία του αυτή δεν οφείλεται σε δόλο (δεν προβάλλεται δόλια περιέλευση, αλλά ούτε αποδείχθηκε). Μοναδικό αξιόλογο περιουσιακό του στοιχείο, που μπορεί να εκποιηθεί και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα αποτελεί κατοικία, εμβαδού 99,51 τ.μ., η οποία έχει κτιστεί το 2006 σε διακεκριμένο τμήμα εμβαδού 593,225 τ.μ., κάθετης ιδιοκτησίας της πλήρους κυριότητάς του, που έχει συσταθεί το 2005 επί οικοπέδου εμβαδού 1.186,45 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 500/1000 αδιαιρέτως, το οποίο βρίσκεται στον οικισμό ……..του ΔΔ ………….του Δήμου Πατρέων, αντικειμενικής αξίας 70.268,48 ευρώ (βλ. δήλωση Ε9 και εκκαθαριστικό σημείωμα Ε.Τ.ΑΚ.). Η εμπορική αξία της κατοικίας αυτής εκτιμάται σε 80.000 ευρώ, λαμβανομένων υπόψη της παλαιότητάς της (5ετίας περίπου), της περιοχής στην οποία βρίσκεται, του εμβαδού της, της αντικειμενικής της αξίας, του ότι έχει κτιστεί σε διακεκριμένο τμήμα κάθετης ιδιοκτησίας εμβαδού 593,225 τ.μ., του ποσοστού συνιδιοκτησίας (500/1000) στο όλο οικόπεδο 1.186,45 τ.μ. και των συνθηκών που επικρατούν σήμερα στην αγορά ακινήτων λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας. Η κατοικία αυτή αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος και της οικογένειάς του και η αξία της δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού για έγγαμο φορολογούμενο με ένα παιδί όπως ο αιτών, που ανέρχεται σε 275.000 ευρώ προσαυξημένο κατά 50%, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή της από την εκποίηση. Ακόμη ο αιτών διαθέτει ένα ΙΧΕ αυτοκίνητο, της πλήρους κυριότητάς του, τύπου……….. εκ. 10 HP, με ημερομηνία πρώτης άδειας την 11-6-1997, το οποίο το είχε αγοράσει μεταχειρισμένο το 2004 (βλ. άδεια κυκλοφορίας του) και του οποίου η εμπορική αξία, εκτιμάται σε 2.000 ευρώ (βλ. και αγγελίες παρόμοιου τύπου αυτοκινήτων στο www.autotriti.gr). Ενόψει της εμπορικής του αυτής αξίας, του τύπου και της παλαιότητάς του δεν κρίνεται πρόσφορο προς εκποίηση γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά ούτε και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα για την ικανοποίηση των πιστωτών του αιτούντα, λαμβανομένων υπόψη και των εξόδων της διαδικασίας εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσιεύσεων κλπ), γι’ αυτό και κρίνεται ότι δεν πρέπει να διαταχθεί η κατ’ αρθ. 9 παρ. 1 ν. 3869/10 εκποίησή του. Η από του πιστωτές «………………..» ζητά την απόρριψη της αίτησης επειδή ο αιτών παρέβη το καθήκον της αλήθειας και συγκεκριμένα παρέλειψε να περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του και στη υπεύθυνη δήλωση το πιο πάνω αυτοκίνητο, καθώς και ένα δεύτερο ιδιοκτησίας της συζύγου του, ακόμη, δε δήλωσε το χρηματικό ποσό των 10.230 ευρώ, το οποίο κατά τη φορολογική του δήλωση απέκτησε από διάθεση περιουσιακών στοιχείων κλπ, καθώς και τα ποσά της αποζημίωσης απόλυσης αυτού και της συζύγου του. Με τη διάταξη της παραγράφου 1 του αρθ. 10 ν. 3869/10 επιβάλλεται στον οφειλέτη το καθήκον για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και εισοδημάτων, καθόλο το διάστημα της διαδικασίας της ρύθμισης που αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης του αρθ. 4 παρ.1, αλλά και την περίοδο της ρύθμισης των αρθ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του νόμου. Ειδικότερες μορφές του καθήκοντος αυτού αποτελούν οι υποχρεώσεις για ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στις καταστάσεις της παρ. 1 του αρθ. 4, για αλήθεια του περιεχομένου της δήλωσης της παρ. 2β του αρθ. 4. Η παράβαση των υποχρεώσεών του αυτών, εφόσον έγινε από δόλο ή βαριά αμέλεια έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης ρύθμισης ή την έκπτωση από τη ρύθμιση ή την έκπτωση από την απαλλαγή που έχει ήδη αποφασιστεί και μέχρι 2 χρόνια μετά την επέλευσή της, παράλληλα δε νέα αίτηση ρύθμισης μπορεί να υποβληθεί μετά την πάροδο δύο ετών από την τελεσίδικη απόρριψη της προηγούμενης αίτησης, ή την τελεσιδικία της απόφασης περί έκπτωσης. Για να επέλθουν οι δυσμενείς αυτές κυρώσεις σε βάρος του οφειλέτη θα πρέπει οι ατελείς δηλώσεις του να είναι πρόσφορες να μειώσουν την ικανοποίηση των πιστωτών (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 157, αριθ. 10). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, το αυτοκίνητο του αιτούντος δεν έχει αξιόλογη εμπορική αξία, ικανή να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον και να αποφέρει σημαντικό ποσό για την ικανοποίηση των πιστωτών του, γι’ αυτό και κρίθηκε ότι δεν είναι πρόσφορο προς εκποίηση γιατί δεν πρόκειται να προκαλέσει αγοραστικό ενδιαφέρον. Επομένως η παράλειψη του αιτούντος να το περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας του και στη υπεύθυνη δήλωση είναι εντελώς επουσιώδης, σε κάθε δε περίπτωση δεν οφείλεται σε δόλο ή βαρειά αμέλειά του, συνεπώς δε συνιστά περίπτωση παράβασης του καθήκοντος για ειλικρινή δήλωση των περιουσιακών του στοιχείων και επέλευσης σε βάρος του των πιο πάνω δυσμενών συνεπειών του νόμου. Ούτε η παράλειψή του να δηλώσει το ποσό των 10.230 ευρώ, το οποίο έχει περιλάβει στη φορολογική δήλωση οικ. έτους 2010 και στον κωδικό 781 (χρηματικά ποσά που προέρχονται από διάθεση περιουσιακών στοιχείων, εισαγωγή κεφαλαίων αλλοδαπής, δάνεια, δωρεές κλπ), συνιστά περίπτωση παράβασης του καθήκοντος για ειλικρινή δήλωση, καθόσον και ανεξάρτητα από αν το ποσό αυτό αποτελούσε εισόδημά ή από κάποια άλλη αιτία περιελήφθη στη δήλωσή του (δεν προκύπτει η προέλευσή του), αφορά προγενέστερο χρόνο της περιέλευσής του σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών και προσφυγής στη διαδικασία του ν. 3869/10 (η φορολογική δήλωση αφορά εισοδήματα του έτους 2009) και συνεπώς δεν είχε υποχρέωση να το περιλάβει στην κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων του. Ούτε τέλος συντρέχει περίπτωση ανειλικρινούς δήλωσης από την παράλειψή του να δηλώσει τα ποσά της αποζημίωσης απόλυσης αυτού και της συζύγου του, καθόσον πρόκειται για πολύ μικρά ποσά (από 253,11 ευρώ καθένας) και η παράβαση κρίνεται εντελώς επουσιώδης. Τέλος και όσον αφορά το αυτοκίνητο της συζύγου του ο αιτών δεν υποχρεούται να περιγράψει τα περιουσιακά στοιχεία του συζύγου του, τα οποία αποτελούν ξένη περιουσία και δεν είναι υπέγγυα στους πιστωτές του. Μόνο τα εισοδήματά του υποχρεούται να περιλάβει στην κατάσταση του αρθ. 4 παρ. 1 του νόμου, τα οποία ενδιαφέρουν προκειμένου να καθοριστεί η συνεισφορά του στις οικογενειακές δαπάνες στα πλαίσια της υποχρέωσή του που απορρέει από τις διατάξεις των αρθ. 1389 και 1390 ΑΚ, από δε τα περιουσιακά στοιχεία της συζύγου του, ενδιαφέρουν μόνο εκείνα που αποφέρουν κάποιο εισόδημα, τα οποία και αποτελούν αντικείμενο απόδειξης κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, και τέτοιο δεν αποτελεί το αυτοκίνητό της. Με βάση τα προλεχθέντα συντρέχουν στο πρόσωπο του αιτούντος οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στη ρύθμιση του νόμου 3869/10 και ειδικότερα αυτή των αρθ. 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2. Έτσι η ρύθμιση των χρεών του θα γίνει κατά πρώτο λόγο με μηνιαίες καταβολές απευθείας στους πιο πάνω πιστωτές από τα εισοδήματα του επί τετραετία, που θα αρχίζουν αμέσως από την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης, από τις οποίες οι πιστωτές του θα ικανοποιηθούν συμμέτρως (αρθ. 8 παρ. 2 ν. 3869/10). Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το προς διάθεση στους πιστωτές του ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών του αναγκών, και της προοπτικής βελτίωσης στο μέλλον της οικονομικής του κατάστασης, για τα οποία έγινε λόγος παραπάνω, ανέρχεται σε 400 ευρώ το μήνα ( ο ίδιος με το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του προσφέρεται στην καταβολή μηνιαία του ποσού των 340 ευρώ, βλ. αίτησή του ), ποσό το οποίο βρίσκεται μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες. Το συνολικό ποσό των οφειλών του ανέρχεται σε 132.893,75 ευρώ, το οποίο αναλύεται σε 118.673,08 ευρώ συνολικά προς την «…………………» και 14.220,67 ευρώ προς την «………………….LTD», σε κάθε μία από τις οποίες αναλογεί από το ποσό των 400 ευρώ, στην μεν πρώτη αυτό των 357,20 ευρώ (400:132.893,75Χ118.673,08) και στη δε δεύτερη αυτό των 42,80 ευρώ (400 : 132.893,75 Χ 14.220,67). Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της 4ετίας κάθε πιστώτρια θα έχει λάβει τα εξής ποσά:Α)Η τράπεζα «…………………..» 17.145,60 ευρώ, από τα οποία αναλογούν 14.773,61 για τα στεγαστικά δάνεια και 2.371,99 ευρώ για το καταναλωτικό δάνειο. Β) Η τράπεζα «……………………………. », 2.054,40 ευρώ.Η παραπάνω πρώτη ρύθμιση θα συνδυαστεί με την προβλεπόμενη από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2 ν. 3869/10, εφόσον με τις καταβολές επί 4ετία της πρώτης ρύθμισης δεν επέρχεται πλήρης εξόφληση των απαιτήσεων των πιστωτών του αιτούντος και προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κατοικίας του από την εκποίηση, μετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο (βλ. σε Κρητικό ο.π. σελ. 148, αριθ. 16). Έτσι θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, για την οποία θα πρέπει να καταβάλει το 85% της εμπορικής της αξίας, δηλαδή το ποσό των 68.000 ευρώ (80.000Χ85%). Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα ξεκινήσει τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, ο δε χρόνος εξόφλησης του πρέπει να οριστεί σε 17 χρόνια, λαμβανομένης υπόψη της παραπάνω διάρκειας των στεγαστικών δανείων, του συνόλου των χρεών του αιτούντος, της οικονομικής του δυνατότητας και της ηλικίας του.Από τις καταβολές αυτές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας θα ικανοποιηθεί προνομιακά η απαίτηση της πιστώτριας «………………………….» από τα τρία στεγαστικά δάνεια, καθόσον οι απαιτήσεις της απ’ αυτά, όπως προαναφέρθηκε, είναι εξοπλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια και συγκεκριμένα με προσημείωση.Η υποχρέωση του αιτούντος για καταβολή του 85% της αξίας της κατοικίας της προκειμένου να τη διασώσει, προκύπτει σαφώς από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2 του ν. 3869/10, η οποία εισάγει μεν ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ του οφειλέτη, αφού του παρέχει τη δυνατότητα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, που μπορούσε να διαταχθεί από το Δικαστήριο σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, δοθέντος ότι αποτελεί ρευστοποιήσιμο περιουσιακό, πλην όμως του επιβάλλει προκειμένου να πετύχει την εξαίρεση την πρόσθετη υποχρέωση να καταβάλει το 85% της εμπορικής της αξίας. Έτσι με βάση τη ρύθμιση αυτή το Δικαστήριο καλείται να προβεί ουσιαστικά σε αναδιάρθρωση των υπολοίπων των χρεών του οφειλέτη, που δεν θα ικανοποιηθούν από τις καταβολές επί 4ετία του αρθ. 8 παρ. 2 προς όλους τους πιστωτές του, επιβάλλοντας σ’ αυτόν την εξυπηρέτηση ενός πρόσθετου χρέους που αποτελείται από το σύνολο των υπολοίπων των παλαιών χρεών του. Διαφορετική ερμηνεία της διάταξης αυτής, σύμφωνα με την οποία εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου το ποσό που θα οριστεί για τη διάσωση της κατοικίας με ανώτατο όριο το 85% της εμπορικής της αξίας της, δεν μπορεί να βρει έρεισμα ούτε στη γραμματική διατύπωση της διάταξης, αφού η φράση «μέχρι συνολικό ποσό που ανέρχεται στο ογδόντα πέντε τοις εκατό…» αναφέρεται όχι σε δυνατότητα του Δικαστηρίου προσδιορισμού του ποσοστού, αλλά στο ανώτατο όριο της πρόσθετης αυτής επιβάρυνσης του οφειλέτη, με την έννοια ότι εφόσον το ύψος της οφειλής του είναι μικρότερο του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας θα καταβάλει ολόκληρο το ποσό της, εφόσον δε είναι μεγαλύτερη θα απαλλαγεί του πέραν του 85% ποσού της. Εξάλλου μια τέτοια ερμηνεία της διάταξης θα οδηγούσε σε απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του ακόμη και με μηδενικές καταβολές, σύμφωνα με τη ρύθμιση του αρθ. 8 παρ. 5 και μικρές καταβολές δυσανάλογες της αξίας της κατοικίας με την παράλληλη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, με διατήρηση του περιουσιακού του αυτού στοιχείου. Από την άλλη πλευρά οι πιστωτές του θα στερούνταν ενός σημαντικού περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη για την ικανοποίηση μέρους έστω των απαιτήσεών τους, πράγμα αντίθετο με το σκοπό του νόμου, όπως αυτός προκύπτει τόσο από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 1 που δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να διατάξει την εκποίηση και της κύριας κατοικίας, όσο και αυτής του αρθ. 4 παρ. 1 που επιβάλει στον οφειλέτη την υποχρέωση στο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών που θα υποβάλει να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τόσο τα συμφέροντα των πιστωτών όσο και την περιουσίας και τα εισοδήματά του, ενώ ορίζεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου, σύμφωνα με την οποία με το νόμο δίνεται μεν η δυνατότητα στον οφειλέτη να απαλλαγεί από τα χρέη του, εφόσον όμως δεν υφίστανται περιουσιακά στοιχεία για την ικανοποίηση των πιστωτών, ειδικά δε επί διάσωσης της κατοικίας η δυνατότητα αυτή παρέχεται στον οφειλέτη υπό τους όρους και διαδικασίες που δε θα θίγουν τα συμφέροντα των πιστωτών. Εφόσον ο οφειλέτης δεν μπορεί να ανταπεξέλθει στην πρόσθετη αυτή υποχρέωση εναπόκειται στη βούλησή του η εξαίρεση ή μη της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση, αφού το δικαστήριο μπορεί να τη διατάξει μόνο μετά από αίτημά του και όχι αυτεπάγγελτα. Με βάση λοιπόν τη ρύθμιση του αρθ, 9 παρ. 2 εφόσον μεν τα υπόλοιπα των χρεών του οφειλέτη μετά τις καταβολές της ρύθμισης του αρθ. 8 παρ. 2 υπερβαίνουν το ποσό του 85% της εμπορικής αξίας της κατοικίας του, το Δικαστήριο θα προβεί σε ρύθμιση επιβάλλοντάς του πρόσθετο χρέος για την εξόφληση των οφειλών του αυτών ίσο με το ποσό αυτό του 85%, απαλλασσομένου του υπολοίπου των χρεών με την τήρηση της ρύθμισης. Εφόσον δε τα υπόλοιπα των χρεών του είναι μικρότερα του 85% θα υποχρεωθεί σε καταβολές μέχρι την εξάντληση του ποσού αυτού. Όπως προαναφέρθηκε το υπόλοιπο των απαιτήσεων της πιστώτριας «………………..» που είναι ασφαλισμένες με εμπράγματη ασφάλεια στην κατοικία, μετά τις καταβολές επί 4ετία ανέρχεται σε 87.482,67 ευρώ (102.256,28-14.773,61). Η προνομιακή ικανοποίηση της πιστώτριας αυτής, θα γίνει μέχρι το ποσό των 68.000 ευρώ του 85%, της εμπορικής αξίας της κατοικίας του αιτούντος, απαλλασσομένου του υπολοίπου των χρεών του με την τήρηση και αυτής της ρύθμισης, με μηνιαίες καταβολές επί 17 χρόνια, που θα αρχίσουν μετά τη λήξη της περιόδου χάριτος δηλαδή αυτή της 3ετίας από τη δημοσίευση της απόφασης, ποσού 333,33 ευρώ το μήνα και επί 204 μήνες (17 χρόνια Χ 12). Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ως προς τις υπόλοιπες παραπάνω απαιτήσεις των πιστωτών από τα καταναλωτικά δάνεια κατά το μέρος που δεν καλύφθηκαν από τις 4ετείς καταβολές μετά την εξάντληση του ποσού των 68.000 ευρώ του 85% της αξίας της κατοικίας για την προνομιακή ικανοποίηση των εμπραγμάτως ασφαλισμένων απαιτήσεων δεν μπορεί να ικανοποιηθούν και απαλλάσσεται ο αιτών. Κατά συνέπεια των παραπάνω πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη του αιτούντος με σκοπό την απαλλαγή του με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, εξαιρουμένης της εκποίησης της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.6 του ν.3869/2010. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων. Δέχεται την αίτηση. Ρυθμίζει τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές προς τους πιστωτές του επί μία τετραετία, οι οποίες θα αρχίζουν την 1η ημέρα του πρώτου μήνα μετά την κοινοποίηση προς αυτόν της απόφασης, ποσού, στην τράπεζα «…………………..» 357,20 ευρώ και στην τράπεζα «……………………………..», 42,80 ευρώ. Εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία του αιτούντος, δηλαδή την κατοικίας, εμβαδού 99,51 τ.μ., που βρίσκεται στον οικισμό ……..του ΔΔ …….του Δήμου Πατρέων, η οποία έχει κτιστεί σε διακεκριμένο τμήμα εμβαδού 593,225 τ.μ., κάθετης ιδιοκτησίας, που έχει συσταθεί επί οικοπέδου εμβαδού 1.186,45 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο 500/1000 αδιαιρέτως. Επιβάλλει στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση της κατοικίας του στην τράπεζα «………………..» το ποσό των 333,33 ευρώ το μήνα και επί 204 μήνες. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα ξεκινήσει την 1η ημέρα του πρώτου μήνα τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνει χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με το κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Πάτρα και στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου Πατρών, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 22 Ιουλίου 2011, απόντων των διαδίκων. Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Γρηγόρης Κομπολίτης Αθηνά Παναγοπούλου
ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Αριθμός 3/2011 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε από τον Ειρηνοδίκη Πατρών Γρηγόριο Κομπολίτη, με την παρουσία της Γραμματέα Αθηνάς Παναγοπούλου. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 17-6-2011 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ: Της αιτούσας: ……………του……………….., κατοίκου Πατρών, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Βασιλείου Σκούρα. Των μετεχόντων στη δίκη πιστωτών, οι οποίοι κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους [άρθρα 5 ν.3869/2010 και 748 παρ.2 ΚΠολΔ] και παρίστανται ως εξής: 1. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «………..ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Βασιλείου Σκόνδρα. 2. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία « ………….ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ιωάννη Ρόδη, 3. Η ανώνυµη τραπεζική εταιρία µε την επωνυµία «……… ΑΕ» που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόµιµα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Γεωργίου Τσινούκα. Η αιτούσα με την από 3-2-2011 αίτησή της, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3/4-2-2011 ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε η δικάσιμος, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Το δικαστήριο μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά της εγγραφής της σ' αυτό, Μελέτησε τη δικογραφία. Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο. Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς τους πιστωτές, που αναφέρονται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητά, όπως σαφώς συνάγεται με από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, τη ρύθμιση των χρεών της, με την εξαίρεση της κύριας κατοικίας της, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει και αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση που εκθέτει αναλυτικά, με σκοπό την απαλλαγή της απ’ αυτά. Η από τους μετέχοντες «………………» ισχυρίζεται ότι δεν περιέχεται στην αίτηση αίτημα διάσωσης της κύριας κατοικίας της αιτούσας και ότι απαραδέκτως υποβλήθηκε αυτό με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της δίκης. Ο ισχυρισμό της αυτός στερείται βασιμότητας, καθόσον σύμφωνα με τις διατάξεις των αρθ. 216 και 747 ΚΠολΔ δεν απαιτείται πανηγυρική διατύπωση του αιτήματος αίτησης και μπορεί να περιέχεται οπουδήποτε στο δικόγραφο, γιατί δεν καθορίζεται από το νόμο η παράθεσή του σε ορισμένη θέση ή σειρά, αρκεί μόνο να διατυπώνεται σαφώς (βλ. ΑΠ 173/81 Αρχ. Ν. 32-258 και 1293/93 Δνη 35-140, ΕφΑθ 2212/83 Δνη 24-1417 και 11416/87 Δ. 19-332). Στην προκειμένη περίπτωση στην ένδικη αίτηση γίνεται σαφής και ειδική αναφορά στο ότι το περιγραφόμενο διαμέρισμα αποτελεί την κύρια κατοικία της αιτούσας και της οικογένειάς της, του οποίου προσδιορίζεται και η αξία, στο δε ενσωματωμένο στη αίτηση σχέδιο διευθέτησης ο προτεινόμενος αριθμός των 80 δόσεων για την εξυπηρέτηση του στεγαστικού δανείου παραπέμπει σαφώς στη ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2, που προβλέπει εξόφληση της οφειλής για εξαίρεση της κύριας κατοικίας σε χρόνο μέχρι την 20ετία. Επομένως από το όλο περιεχόμενο της αίτησης προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς καμία αμφιβολία το αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας της αιτούσας. Εκτός αυτού, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθ. 744, 745, 751 ΚΠολΔ, ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσο προστασίας κυρίως δημόσιας εμβέλειας συμφερόντων, ο οποίος επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης, επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (αρθ. 115 παρ. 3 ΚΠολΔ) εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ. 2 ΚΠολΔ, επομένως και του αιτήματος αυτής (βλ. ΑΠ 1131/87 ΝοΒ 36-1601-02 πλειοψηφία, ΕφΑθ 2735/00, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ, και Π. Αρβανιτάκη στον ΚΠολΔ. Κεραμέα -Κονδύλη -Νίκα, υπ` άρθρο 747, αριθ. 7). Με το περιεχόμενο αυτό η αίτηση αρμόδια φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των αρθ. 741 επ. ΚΠολΔ (άρθρο 3 ν.3869/2010), εφόσον για το παραδεκτό της : α) τηρήθηκε η προδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη διαμεσολάβηση προσώπου απ’ αυτά που έχουν σχετική εξουσία από το νόμο (βλ. αρθ. 2 ν. 3869/2010), ο οποίος απέτυχε όπως βεβαιώνεται από το διαμεσολαβητή δικηγόρο Πατρών Βασίλειο Σκούρα, β) κατατέθηκε μέσα στην εξάμηνη προθεσμία του αρθ. 2 παρ. 1 ν. 3869/2010 από τη αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού και γ) δεν εκκρεμεί άλλη αίτηση της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο της χώρας, ούτε έχει απορριφθεί προγενέστερη αίτησή της για ουσιαστικούς λόγους, όπως διαπιστώθηκε μετά από αυτεπάγγελτο έλεγχο κατ’ αρθ. 13 παρ. 2, (βλ. σχετικές βεβαιώσεις των Γραμματέων του Δικαστηρίου αυτού και του Ειρηνοδικείου Αθηνών). Παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση μετά: α) την εμπρόθεσμη και νομότυπη κλήτευση των μετεχόντων πιστωτών και επίδοση σ’ αυτούς των εγγράφων του αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, β) την εμπρόθεσμη κατάθεση στη γραμματεία του δικαστηρίου αυτού των εγγράφων του αρθ. 4 παρ. 2 και 4 ν. 3869/2010, (βεβαίωσης αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνης δήλωσης για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων κλπ ) και γ) την αποτυχία του δικαστικού συμβιβασμού, δοθέντως ότι δεν έχει γίνει δεκτό το σχέδιο διευθέτησης οφειλών από όλους τους συµµετέχοντες πιστωτές (βλ. τις έγγραφες απαντήσεις τους). Παραπέρα η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4,5,6 παρ. 3, 8, 9 και 11 του ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ’ αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, τα χρέη της δεν περιλαμβάνονται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών της, επομένως πρέπει να εξεταστεί παραπέρα ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα μετά την καταβολή των νομίμων τελών της συζήτησης. Ο ισχυρισμός της τράπεζας «………ΑΕ» ότι η δεν περιέχεται στην αίτηση ένα συνολικό σχέδιο διευθέτησης των οφειλών αλλά χωριστό σχέδιο συμβιβασμού για κάθε πιστωτή, γεγονός που καθιστά την αίτηση μη νόμιμη, δεν ευσταθεί, καθόσον έχει ενσωματωθεί στην αίτηση τέτοιο σχέδιο, στο οποίο περιέχονται οι απαιτήσεις κάθε πιστώτριας τράπεζας και ο προτεινόμενος τρόπος εξόφλησής τους με προσδιορισμό των επί μέρους καταβολών κατά αριθμό μηνιαίων δόσεων και ποσό. Ούτε ο ισχυρισμός της ότι δεν της επιδόθηκε συνολικό σχέδιο διευθέτησης των οφειλών αλλά σχέδιο που αφορούσε τις οφειλές άλλης πιστώτριας τράπεζας ευσταθεί, καθόσον με την επίδοση σ’ αυτή της ένδικης αίτησης, πράγμα που δεν αρνείται, περιήλθε σε γνώση της το προτεινόμενο από την αιτούσα σχέδιο διευθέτησης όλων των οφειλών της, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, είναι ενσωματωμένο στην αίτηση και δε χρειαζόταν η επίδοση προς αυτήν χωριστού έγγραφου σχεδίου. Τέλος ο ισχυρισμός της ίδιας τράπεζας ότι η αίτηση δεν είναι νόμιμη επειδή η αιτούσα δεν της απηύθυνε πρόσκληση να υποβάλλει στη γραμματεία του δικαστηρίου εγγράφως τις παρατηρήσεις και να δηλώσει αν συμφωνεί με το προτεινόμενο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης, όπως απαιτείται από τη διάταξη του αρθ. 5 παρ. 1 περ. γ’ ν. 3839/10, στερείται βασιμότητας, καθόσον δεν προσκομίζεται το δικόγραφο της αίτησης, που της επιδόθηκε, στο οποίο περιέχεται το σχέδιο διευθέτησης ώστε να διαπιστωθεί η επικαλούμενη αυτή παράλειψη. Εξ’ άλλου η μη νομότυπη κατ’ αρθ. 5 παρ. 1 ν. 3839/10 επίδοση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή εγγράφων δεν καθιστά απαράδεκτη ή μη νόμιμη την αίτηση ρύθμισης, απλώς δεν επέρχονται οι έννομες συνέπειες που ορίζονται από τη διάταξη αυτή και συνδέονται με τη νομότυπη επίδοση, δηλαδή αυτή της τεκμαιρόμενης συναίνεσης του πιστωτή στο σχέδιο διευθέτησης από την παράλειψή του να απαντήσει μέσα στην αποκλειστική προθεσμία των 2 μηνών. Τέτοιο όμως ζήτημα δεν τίθεται στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον η συγκεκριμένη πιστώτρια απάντησε αρνητικά στο σχέδιο με παρατηρήσεις και προτάσεις που υπέβαλε εμπρόθεσμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού (βλ. το έγγραφο της
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε για την επικοινωνία.