Μέχρι τώρα ξέραμε ότι τα δάνεια που πωλούνται ή τιτλοποιούνται
απαλλάσσονται από την εισφορά του Ν. 128/1975, οπότε ένα άμεσο κέρδος
για τον δανειολήπτη ήταν αυτή η απαλλαγή (στα καταναλωτικά: 0,60% επί
των τόκων, στα στεγαστικά: 0,12% επί των τόκων, βλ σχετικά ΥΑ
Β.2630/28-11-2003, ΦΕΚ Β-1820/05-12-2003).
Πέρα από αυτό όμως, υπάρχουν και δυο ακόμα σημαντικότατες διαστάσεις, που έχουν εξαιρετικές νομικές προεκτάσεις.
Α) Το δάνειο που πωλείται ή τιτλοποιείται, παύει να παρακολουθείται από τα βιβλία της πωλήτριας τράπεζας. Οπότε, το δάνειο θα πρέπει στα βιβλία της τράπεζας να φαίνεται εξοφλημένο και ο αντίστοιχος λογαριασμός κλειστός!
Αυτό, όμως, έχει εξαιρετική νομική σπουδαιότητα, διότι οι δανειολήπτες έχουν συμφωνήσει μέσω ΓΟΣ επί των συμβάσεών τους, ότι η οφειλή τους θα αποδεικνύεται από τα εμπορικά βιβλία ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ και όχι οποιουδήποτε τρίτου. Συνεπώς, τα βιβλία της εταιρείας που αγόρασε το δάνειο (εάν υπάρχουν), νομικά είναι αδιάφορα και πάντως, δεν αποδεικνύουν ύψος οφειλής, αφού ελλείπει η δικονομική σύμβαση που θα τους αποδώσει αποδεικτική ισχύ.
Μάλιστα, προχωρώντας ακόμα παραπέρα, προκύπτει ότι εάν τα βιβλία ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ δείχνουν εξόφληση, τότε δάνειο δεν οφείλεται, ουδέ μπορεί να αποδειχθεί οφειλή από δάνειο, με οποιοδήποτε άλλο ιδιωτικό έγγραφο.
Οφειλή μπορεί να υπάρξει, μόνο εάν αναγνωρίσει οφειλή ο δανειολήπτης κατά τα άρθρα 873, 874ΑΚ.
Υπό τη σκέψη αυτή, δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής, αφού ελλείπει το συμφωνημένο (με δικονομική σύμβαση) ιδιωτικό αποδεικτικό έγγραφο του ύψους της απαίτησης.
Β) Η απαίτηση που απορρέει από πώληση ή μεταβίβαση δανείου είναι, πλέον, επιχειρηματική απαίτηση και όχι απαίτηση απορρέουσα από δάνειο.
Ως επιχειρηματική απαίτηση που απορρέει από αμφοτεροβαρή σύμβαση του δανείου (ΑΠ 1081/2015, Τμ Α2) αλλά και της πωλήσεως (ΑΠ 710/2017, Τμ Α1), υπόκειται στη δυνατότητα του επανακαθορισμού της δυνάμει των άρθρων 288 και 388ΑΚ.
Δηλαδή, είναι δυνατή η (δια άσκησης αγωγής) μείωση της οφειλής στο προσήκον μέτρο. Και βέβαια, θα προκύψει το ερώτημα: Ποιο είναι το προσήκον μέτρο;
Η αόριστη αυτή νομική έννοια μπορεί να εξειδικευτεί δικαστικά, εφόσον τεθεί σε γνώση του Δικαστηρίου η εξής κρίσιμη πληροφορία: Το ποσό που δαπανήθηκε προκειμένου να αγοραστεί η επιχειρηματική απαίτηση.
Αυτό το ποσό είναι το ελάχιστο που θα εισπράξει η εταιρεία που απέκτησε το δάνειο, πλέον κάποιων τόκων. Το υπόλοιπο, κάλλιστα, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη δικαστική οδό, επί της ουσίας, με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μειώσεις ενοικίων.
Αυτά, σε πρώτη φάση.
Υπάρχει και συνέχεια, αλλά ας μην είναι τεράστια και δυσανάγνωστη αυτή η πρώτη προσέγγιση...
Μάριος Μαρινακος
Πέρα από αυτό όμως, υπάρχουν και δυο ακόμα σημαντικότατες διαστάσεις, που έχουν εξαιρετικές νομικές προεκτάσεις.
Α) Το δάνειο που πωλείται ή τιτλοποιείται, παύει να παρακολουθείται από τα βιβλία της πωλήτριας τράπεζας. Οπότε, το δάνειο θα πρέπει στα βιβλία της τράπεζας να φαίνεται εξοφλημένο και ο αντίστοιχος λογαριασμός κλειστός!
Αυτό, όμως, έχει εξαιρετική νομική σπουδαιότητα, διότι οι δανειολήπτες έχουν συμφωνήσει μέσω ΓΟΣ επί των συμβάσεών τους, ότι η οφειλή τους θα αποδεικνύεται από τα εμπορικά βιβλία ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ και όχι οποιουδήποτε τρίτου. Συνεπώς, τα βιβλία της εταιρείας που αγόρασε το δάνειο (εάν υπάρχουν), νομικά είναι αδιάφορα και πάντως, δεν αποδεικνύουν ύψος οφειλής, αφού ελλείπει η δικονομική σύμβαση που θα τους αποδώσει αποδεικτική ισχύ.
Μάλιστα, προχωρώντας ακόμα παραπέρα, προκύπτει ότι εάν τα βιβλία ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ δείχνουν εξόφληση, τότε δάνειο δεν οφείλεται, ουδέ μπορεί να αποδειχθεί οφειλή από δάνειο, με οποιοδήποτε άλλο ιδιωτικό έγγραφο.
Οφειλή μπορεί να υπάρξει, μόνο εάν αναγνωρίσει οφειλή ο δανειολήπτης κατά τα άρθρα 873, 874ΑΚ.
Υπό τη σκέψη αυτή, δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής, αφού ελλείπει το συμφωνημένο (με δικονομική σύμβαση) ιδιωτικό αποδεικτικό έγγραφο του ύψους της απαίτησης.
Β) Η απαίτηση που απορρέει από πώληση ή μεταβίβαση δανείου είναι, πλέον, επιχειρηματική απαίτηση και όχι απαίτηση απορρέουσα από δάνειο.
Ως επιχειρηματική απαίτηση που απορρέει από αμφοτεροβαρή σύμβαση του δανείου (ΑΠ 1081/2015, Τμ Α2) αλλά και της πωλήσεως (ΑΠ 710/2017, Τμ Α1), υπόκειται στη δυνατότητα του επανακαθορισμού της δυνάμει των άρθρων 288 και 388ΑΚ.
Δηλαδή, είναι δυνατή η (δια άσκησης αγωγής) μείωση της οφειλής στο προσήκον μέτρο. Και βέβαια, θα προκύψει το ερώτημα: Ποιο είναι το προσήκον μέτρο;
Η αόριστη αυτή νομική έννοια μπορεί να εξειδικευτεί δικαστικά, εφόσον τεθεί σε γνώση του Δικαστηρίου η εξής κρίσιμη πληροφορία: Το ποσό που δαπανήθηκε προκειμένου να αγοραστεί η επιχειρηματική απαίτηση.
Αυτό το ποσό είναι το ελάχιστο που θα εισπράξει η εταιρεία που απέκτησε το δάνειο, πλέον κάποιων τόκων. Το υπόλοιπο, κάλλιστα, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τη δικαστική οδό, επί της ουσίας, με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μειώσεις ενοικίων.
Αυτά, σε πρώτη φάση.
Υπάρχει και συνέχεια, αλλά ας μην είναι τεράστια και δυσανάγνωστη αυτή η πρώτη προσέγγιση...
Μάριος Μαρινακος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε για την επικοινωνία.