Την απάλειψη των καταχρηστικών όρων που εμπεριέχονται στις συμβάσεις πιστωτικών καρτών, που σχετίζονται με μονομερείς τροποποιήσεις των όρων των συμβάσεων και οδηγούν στις αυξήσεις των επιτοκίων, ζητούν από τη Eurobank με επιστολή τους ο υφυπουργός Ανάπτυξης, Γιώργος Βλάχος και ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή, Γιάννης Οικονόμου.
H επιστολή έχει ως εξής:
ΠΡΟΣ
Κο Ξενοφώντα Νικήτα
Πρόεδρο της Τράπεζας EFG EUROBANK ERGASIAS,
Α. Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο κειμένου προσυμβατικής ενημέρωσης έκδοσης πιστωτικής κάρτας, που απευθύνετε σε ιδιώτες, και το οποίο έχετε ανηρτημένο σε ηλεκτρονική μορφή στην ιστοσελίδα που τηρεί επικαιροποιημένη η τράπεζα στο διαδίκτυο, περιγράφονται οι γενικοί όροι συναλλαγών που εμπεριέχονται στο κείμενο της προκείμενης σύμβασης που θα κληθούν να υπογράψουν οι πολίτες - καταναλωτές σε περίπτωση που θελήσουν να εκδώσουν πιστωτική κάρτα.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην περιγραφή της σύμβασης, όσον αφορά το επιτόκιο, εμπεριέχεται αυτολεξεί ο εξής όρος :
"Σε περίπτωση που Τράπεζα δεν μεταβάλει τα επιτόκια της σύμβασης έναν ημερολογιακό μήνα, παρά τη Μεταβολή του Δείκτη, αυτή δύναται την τελευταία ημέρα του επόμενου ημερολογιακού μήνα, εφ΄ όσον δεν υπάρχει Μεταβολή του Δείκτη κατά τα ανωτέρω, να αποφασίσει τη μεταβολή αυτών - κατ΄ ανώτατο όριο - μέχρι του ύψους του 200% της τελευταίας αυτής Μεταβολής του Δείκτη."
Σε άλλο σημείο του ηλεκτρονικού κειμένου αναφέρεται, συμπληρωματικά ο εξής όρος :
"Η Τράπεζα, λαμβάνοντας υπ΄ όψιν ότι κάθε Μεταβολή του Δείκτη αντικατοπτρίζει το κόστος του χρήματος για την Τράπεζα και σταθμίζοντας τον ειδικό και συνολικό κίνδυνο που αναλαμβάνει και τις εκάστοτε συνθήκες της αγοράς και του ανταγωνισμού, διατηρεί το δικαίωμα είτε να μη μεταβάλλει καθόλου τα επιτόκια της σύμβασης, είτε να μεταβάλλει αυτά καθ΄ ύψος μικρότερο της Μεταβολής του Δείκτη."
Β. ΙΣΧΥΟΝ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Σύμφωνα με τον ν. 2251/1994 " Προστασία των καταναλωτών", και ειδικότερα, το άρθρο 2 περί καταχρηστικών γ.ο.σ. παρ. 7 περίπτωση ια' ορίζεται ότι : " Σε κάθε περίπτωση, καταχρηστικοί είναι ιδίως οι όροι που:…ια) χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή,..".
Σύμφωνα με την με αριθμό Ζ1-798/ 2008 (ΦΕΚ 1353/Β/11.07.2008) υπουργική απόφαση περί απαγόρευσης αναγραφής Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, η οποία εκδόθηκε κατόπιν νομοθετικής εξουσιοδότησης του άρθρου 13 παρ. 21 του ν. 3587/2007 (ΦΕΚ 152/Α΄/ 10.07.2007) που τροποποίησε και συμπλήρωσε τον ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών, και ειδικότερα, την παρ. 2 εδάφιο β΄ αυτής, ορίζεται ότι απαγορεύεται η αναγραφή σε συμβάσεις πιστωτικών καρτών όρου "… που προβλέπει ότι ο συμβατικός τόκος με τον οποίο θα χρεώνεται ο λογαριασμός του κατόχου πιστωτικής κάρτας στις περιπτώσεις τμηματικών εξοφλήσεων (καταβολών σε δόσεις) μπορεί να μεταβάλλεται από το Πιστωτικό ίδρυμα, χωρίς να καθορίζονται κριτήρια ειδικά εκ των προτέρων, ορισμένα και εύλογα για τον καταναλωτή".
Περαιτέρω, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην πράξη του Διοικητή της ΤτΕ 2501/2002 σχετικά με την ενημέρωση των συναλλασσόμενων με τα πιστωτικά ιδρύματα σε συνδυασμό με την ΕΤΠΘ 178/2004, καθορίζεται, αφενός, ότι η ελάχιστη ενημέρωση στις χορηγήσεις δανειακών συμβάσεων με κυμαινόμενο επιτόκιο πρέπει να αναφέρεται το γενικό επιτόκιο αναφοράς, σαφώς προσδιοριζόμενο με βάση τα ισχύοντα επιτόκια των χρηματαγορών, τις περιόδους ισχύος τους, καθώς και πληροφόρηση σχετικά με βασικούς παράγοντες, η ενδεχόμενη μεταβολή των οποίων θα επηρεάσει το συνολικό κόστος του αντίστοιχου δανείου , π.χ. παρεμβατικά επιτόκια Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αφετέρου, καθορίζεται ότι η μεταβολή του κυμαινόμενου επιτοκίου συνδέεται αποκλειστικά με δείκτες γενικού ευρέως προσβάσιμου επιτοκιακού χαρακτήρα, όπως παρεμβατικά επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, euribor, απόδοση ομολόγων κλπ., οι οποίοι πρέπει να αναφέρονται ρητά στη σύμβαση.
Τέλος, στην ίδια απόφαση της ΕΤΠΘ καθορίζεται ότι η πρόβλεψη στη σύμβαση της δυνατότητας μονομερούς τροποποίησής της από το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να συνοδεύεται από τον καθορισμό ειδικών και εύλογων κριτηρίων.
Από το πλέγμα των ως άνω θεσμικών κανόνων προκύπτει με σαφήνεια ότι απαγορεύεται, σε κάθε περίπτωση, στον προμηθευτή να προβαίνει στη μονομερή τροποποίηση όρων, και δη επιτοκίου, σε συμβάσεις πιστωτικών καρτών στις περιπτώσεις τμηματικών καταβολών, χωρίς να καθορίζονται κριτήρια ειδικά εκ των προτέρων, ορισμένα και εύλογα για τον καταναλωτή. Όπως, άλλωστε, έχουν κρίνει και τα δικαστήρια, ως ειδικά, ορισμένα και εύλογα για τον καταναλωτή κριτήρια εννοούνται η παράθεση σχετικού μαθηματικού τύπου για τον τελικό υπολογισμό της επιβάρυνσης που επωμίζεται ο τελευταίος, τα χρονικά σημεία μεταβολών, τα σημεία αναφοράς, όπως π.χ. επιτόκιο ΕΚΤ ή euribor, αυξανόμενο ή μειούμενο, αντιστοίχως, συν περιθώριο κέρδους, ώστε να μπορεί ο καταναλωτής, με εύληπτο και σαφή τρόπο, να προσδιορίζει την οικονομική επιβάρυνση που επωμίζεται. Αυτό αφορά κανόνες διαφάνειας που οφείλει να τηρεί ο προμηθευτής, ώστε να προκύπτει με σαφήνεια και ξεκάθαρα στον καταναλωτή το πρόσθετο οικονομικό βάρος που καλείται ο τελευταίος να αναλάβει στο μέλλον, προκειμένου να μπορεί να σχηματίζει ασφαλή άποψη για το ποια είναι η προσφορότερη γι αυτόν τελική επιλογή, μέσα από σύγκριση άλλων ομοειδών προϊόντων, σε συνάρτηση με τα οικονομικά του συμφέροντα.
Άλλωστε, η φιλοσοφία του κοινοτικού δικαίου σε ανάλογα θέματα για την προστασία του καταναλωτή, έχει ως κεντρικό πυρήνα το μέσο καταναλωτή, ο οποίος, με την βασική προϋπόθεση ότι έχει τη διαφανή πληροφόρηση στα ζητήματα αυτά, δρα ορθολογικά επιλέγοντας την πιο συμφέρουσα οικονομικά λύση για την τσέπη του.
Με βάση τα παραπάνω κατά τη δική μας άποψη είναι σαφές ότι στην προκείμενη περίπτωση έχουμε παραβίαση τόσο των κανόνων διαφάνειας, όσο και των διατάξεων της ΥΑ Ζ1-798/ 2008 (ΦΕΚ 1353/Β/11.07.2008) περί καταχρηστικών γ.ο.σ, για τους εξής λόγους :
Δεν ακολουθείται η αντίστοιχη μείωση στο επιτόκιο της κάρτας, ως όφειλε να γίνει ακολουθώντας το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει στην εξεταζόμενη περίπτωση, εδώ Euribor, ως σημείο αναφοράς υπολογισμού του επιτοκίου και όπως ορίζει η ως άνω ΥΑ - Αντίθετα παρατηρείται αύξηση στο διαμορφούμενο τελικό ποσοστό, και έτσι ο καταναλωτής δεν ωφελείται οικονομικά.
Η δυνατότητα μεταβολής του συμβατικού επιτοκίου σε ποσοστό έως 200% σε σχέση με το επιτόκιο αναφοράς - Euribor , όπως ορίζει ο πρώτος ανωτέρω όρος, εμφανίζει έντονη αοριστία, καθώς δεν προσδιορίζεται με ποιες προϋποθέσεις το συμβατικό επιτόκιο θα μεταβληθεί έως και 200% σε σχέση με το επιτόκιο αναφοράς, ούτε για ποιο λόγο καθίσταται δικαιολογημένη αυτή η μεταβολή τέτοιου ύψους, με αποτέλεσμα να μη γνωρίζει ο καταναλωτής εν τέλει με τί ποσό θα επιβαρυνθεί, για ποιο λόγο και σε τι κάλυψη ζημίας της τράπεζας θα αντιστοιχεί αυτό.
Η Τράπεζα επιφυλάσσει για τον εαυτό της το ευχερές δικαίωμα να μην προβαίνει στις αντίστοιχες προσαρμογές συμβατικού επιτοκίου σύμφωνα με το επιτόκιο αναφοράς, όταν εκείνη το κρίνει και για τους αόριστους λόγους που προβάλει και αφορούν τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες χρηματαγοράς, με αποτέλεσμα, οι καταναλωτές να μην επωφελούνται της αντίστοιχης πτώσης των επιτοκίων, όπως συμβαίνει τελευταία με το επιτόκιο αναφοράς, εδώ Euribor.
Εισάγονται ως πρόσθετα αόριστα κριτήρια τελικού υπολογισμού επιτοκίου διάφοροι οικονομικοί δείκτες εκτίμησης πιστωτικού κινδύνου και επισφάλειας της αγοράς, όπως κόστος διαχείρισης χρήματος ή οι εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες αγοράς, οι οποίοι απέχουν μακράν από τον κοινό νου και το γνωστικό πεδίο του μέσου καταναλωτή, ο οποίος μη κατέχοντας την τεχνογνωσία των τραπεζών καλείται να παρακολουθεί με γνώσεις οικονομολόγου υψηλού επιπέδου, που δεν κατέχει, να συνδιαλλαγεί και να δεσμευτεί σε όρους που δεν μπορεί εξ αρχής να προσδιορίσει, να εκτιμήσει και να υπολογίσει τι τελικό κόστος θα του επιφέρουν.
Με την επίμαχη αύξηση επιτοκίων έχουμε στην ουσία μία μετακύλιση του κόστους χρήματος από τις τράπεζες στους καταναλωτές, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, δεδομένου ότι η χορήγηση πίστωσης μέσω πιστωτικών καρτών αποτελεί μία ευρέως διαδεδομένη μορφή δανεισμού και καταλαμβάνει ένα μεγάλο όγκο καθημερινών συναλλαγών
Συνεπώς, οι επίμαχοι όροι ελέγχονται για καταχρηστικότητα λόγω παραβίασης των κανόνων διαφάνειας για τους παραπάνω λόγους.
Ειδικότερα, η μεταβολή του συμβατικού επιτοκίου επί τη βάσει του ποσοστού 200%, καθώς και η μη προσαρμογή του σύμφωνα με το επιτόκιο αναφοράς, εδώ Euribor, ώστε να επωφελούνται οι καταναλωτές ιδίως στην περίπτωση της μείωσης του τελευταίου, ελέγχονται κατά νόμο ως καταχρηστικές λόγω αδιαφάνειας, τόσο στα πλαίσια του δικαίου περί προστασίας των καταναλωτών, και ιδιαίτερα, της ΥΑ Ζ1-798/ 2008 (ΦΕΚ 1353/Β/11.07.2008) υπουργικής απόφασης περί απαγόρευσης αναγραφής Γενικών Όρων Συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, όσο και με τις πράξεις του Διοικητή της ΤτΕ 2501/2002 και ΕΤΠΘ 178/2004.
Επιπλέον, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι στην παρούσα φάση, με την αβεβαιότητα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες από τη μια, και με την συζήτηση που εξελίσσεται γύρω από το θέμα ενίσχυσης των τραπεζών από την άλλη, είναι τουλάχιστον άστοχο να επιχειρείται, με το τρόπο που επιχειρείται, από την πλευρά της τράπεζας περαιτέρω επιβάρυνση των καταναλωτών.
Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να ξεκαθαρίσουν: ή έχουν ανάγκη ενίσχυσης προκειμένου να μην αντιμετωπίσουν προβλήματα με τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση, οπότε μπορούν να ενταχθούν στις ρυθμίσεις της κυβέρνησης, ή έχουν επάρκεια και είναι ισχυρά, οπότε δεν υπάρχει κανένας λόγος, ειδικά αυτήν την περίοδο, να επιβαρύνουν παραπάνω τους καταναλωτές.
Με βάση όλα τα παραπάνω σας καλούμε να απαλείψετε τους καταχρηστικούς αυτούς όρους που εμπεριέχονται στις εν λόγω συμβάσεις και οι οποίοι οδηγούν στις αυξήσεις των επιτοκίων.
Με εκτίμηση,
Ο Υφυπουργός Ανάπτυξης, Γιώργος Βλάχος
Ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή, Γιάννης Οικονόμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε για την επικοινωνία.