Πιστοποιημένη Ένωση Καταναλωτών
από την Γενική Γραμματεία Καταναλωτή

Α/Μ 35



ΩΡΕΣ ΚΟΙΝΟΥ
10:00 π.μ-12:00μ.μ.

ΜΟΝΟ και ΑΥΣΤΗΡΑ ΚΑΤΌΠΙΝ ΡΑΝΤΕΒΟΎ

Τηλ.Επικοινωνίας 2821092306
E-mail: epkxan@gmail.com

Καλούμε τα μέλη της Ένωσης να προσέρχονται στο γραφείο μας

για την ανανέωση της συνδρομής τους/για το 2020
Πληροφορίες στη γραμματεία της Ε.Π.Κ.Κ στο
28210 92306
κατά τις ώρες 10:00 - 13:30

Η με e-banking στη Τράπεζα EUROBANK GR 670 260 74 60000 92 010 34 269 42 ή με κατάθεση
0026.0746.92.0103426942

Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

ΕΠΕΙΑ: Σχέδιο απόφασης για τη διαχείριση κινδύνων




Σχέδιο απόφασης που αφορά στη Ρύθμιση θεμάτων Διαχείρισης Κινδύνων Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων έδωσε στη δημοσιότητα για διαβούλευση η ΕΠΕΙΑ.

Το σχέδιο απόφασης έχει ως εξής:

ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

(Λήξη προθεσμίας διαβούλευσης 30.9.2010)

8/156- 15/7/2010 του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΠ.Ε.Ι.Α.

Θέμα: Ρύθμιση θεμάτων Διαχείρισης Κινδύνων Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Λαμβάνοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του Ν.Δ.400/1970 περί «ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως» (ΥΕΚ Α’ 10), όπως ισχύει.

2. Τις διατάξεις του Ν. 3229/04 «εποπτεία ιδιωτικής ασφάλισης, εποπτεία και έλεγχος τυχερών παιχνιδιών, εφαρμογή των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων και άλλες διατάξεις» (ΥΕΚ Α’ 38), όπως ισχύει, και ιδίως του άρθρου 3 παρ. 1 (β), (γ) και (στ) .

3.Την διάταξη του άρθρου 90 του Π.Δ. 63/2005 (ΥΕΚ Α/98/2005) «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

4. Την Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης υπ’ αρ. 46511/Β2147/29-10-2007 (ΥΕΚ Β’ 2149) με την οποία διαπιστώνεται η λειτουργική ετοιμότητα της ΕΠ.Ε.Ι.Α.

5. Τις διατάξεις της υπ’ αρ. 3/133/18-11-2008 (ΥΕΚ Β’ 2577) απόφασης του ΔΤ της ΕΠΕΙΑ για την ρύθμιση θεμάτων ασφαλίσεων κατά ζημιών, όπως ισχύει.

6.Τις διατάξεις της υπουργικής απόφασης Κ3-4382/7-6-2001 (ΥΕΚ 847/Β’/4-7-2001) «Κωδικοποίηση και συμπλήρωση της Απόφασης Κ3-3974/11.10.1999 (ΥΕΚ 8334/18.10.1999, τεύχος ΑΕ και ΕΠΕ) «Ρύθμιση θεμάτων ασφαλίσεων ζωής (τεχνικά αποθέματα – μαθηματικά αποθέματα – πίνακες ζωής και νοσηρότητας, ανικανότητας – τεχνικά επιτόκια – τιμολόγηση - βιβλίο τεχνικών σημειωμάτων και όρων – βεβαίωση αναλογιστή – ειδικό αρχείο στις Unit Linked Life Insurances)», όπως ισχύει.

7.Τις διατάξεις της υπ΄αρ. 143/7/30-4-2009 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΠ.Ε.Ι.Α. (ΥΕΚ 922/Β’/15-5-2009) «Ρύθμιση θεμάτων τήρησης μητρώου ασφαλίσεων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 παρ.2 και παρ.12 και του άρθρου 13γ ν.δ. 400/1970».

8. Τις διατάξεις της Υπουργικής Απόφασης Κ3-3200/17-4-2002 «Καθορισμός ενιαίου τρόπου υποβολής στοιχείων ετήσιων εργασιών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων»

9.Τις διατάξεις της Υπουργικής Απόφασης Κ3-6282/29-5-2000 «Καθορισμός περιεχομένου ετήσιας έκθεσης περιθωρίου φερεγγυότητας»

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΟΜΟΦΩΝΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι : ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο Εφαρμογής

1. Η παρούσα εφαρμόζεται:

α) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις καθώς και στους αλληλασφαλιστικούς συνεταιρισμούς που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 35 του Ν.Δ.400/1970, με έδρα την Ελλάδα, για το σύνολο των ασφαλίσεων και αντασφαλιστικών αναλήψεων, που αυτοί συνάπτουν, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στα άλλα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Φ. μέσω υποκαταστημάτων ή με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Για τις ασφαλίσεις και αντασφαλιστικές αναλήψεις, που οι ως άνω επιχειρήσεις συνάπτουν σε τρίτες χώρες, η παρούσα εφαρμόζεται, εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές δεν υπόκεινται σε αντίστοιχες υποχρεώσεις στις χώρες αυτές.

β) στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και στους αλληλασφαλιστικούς συνεταιρισμούς τρίτων χωρών, δηλαδή χωρών μη Κρατών Μελών της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Φ., για τις ασφαλίσεις και αντασφαλιστικές αναλήψεις που συνάπτουν στην Ελλάδα,

εφεξής αναφερόμενες στην παρούσα ως «Επιχειρήσεις» .

2. Σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις της απόφασης αυτής, ορισμένες διατάξεις της δύναται να εφαρμοσθούν κατά τρόπο ενιαίο και συλλογικό σε μια «Ασφαλιστική Επιχειρηματική Ομάδα κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως που έχει υποβληθεί από την επιχείρηση και η οποία έχει γίνει αποδεκτή από την ΕΠ.Ε.Ι.Α.

Ως «Ασφαλιστική Επιχειρηματική Ομάδα» ορίζεται ομάδα επιχειρήσεων όπου,

(α) καθεμία είναι μια ασφαλιστική επιχείρηση ή μια εγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρία χαρτοφυλακίου της παραγράφου κ) του άρθρου 2α του ΝΔ 400/1970 όπως ισχύει, ή

(β) μια ή περισσότερες θυγατρικές επιχειρήσεις του παραπάνω εδαφίου(α) της ομάδας κατέχουν άδεια για την άσκηση ασφαλιστικών εργασιών

Δύναται να υπάρχουν περισσότερες από μια Ασφαλιστικές Επιχειρηματικές Ομάδες που συνδέονται με μια ασφαλιστική εταιρία χαρτοφυλακίου ή έναν ασφαλιστικό όμιλο.

Άρθρο 2

Σκοπός

Σκοπός της απόφασης αυτής είναι να εξασφαλίσει ότι μια Επιχείρηση ή μία «Ασφαλιστική Επιχειρηματική Ομάδα» του άρθρου 1 παρ. 2 της παρούσης, διαθέτει και εφαρμόζει συστήματα και διαδικασίες που της επιτρέπουν να αναγνωρίζει, να περιγράφει και να αξιολογεί τους κινδύνους που διατρέχει κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της.Τα συστήματα αυτά μαζί με τη δομή, τις διαδικασίες, τις πολιτικές και τους ρόλους που υποστηρίζουν, παρακολουθούν και ελέγχουν το επίπεδο των κινδύνων ανά πάσα χρονική στιγμή, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις των κινδύνων αυτών στη δυνατότητά της Επιχείρησης ή της Ασφαλιστικής Επιχειρηματικής Ομάδας να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της προς τους ασφαλισμένους

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τις ανάγκες της παρούσας απόφασης,

1. Ως «Κίνδυνος» νοείται η αβεβαιότητα ή μεταβλητότητα των αναμενόμενων αποτελεσμάτων μιας λειτουργίας ή ενός οικονομικού μεγέθους της Επιχείρησης ή της Ασφαλιστικής Επιχειρηματικής Ομάδας.

2. Ως «Ασφαλιστικός Κίνδυνος» νοείται ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς μεταβολής στην αξία των ασφαλιστικών υποχρεώσεων, λόγω ακατάλληλων παραδοχών κατά την τιμολόγηση και τον σχηματισμό προβλέψεων.

3. Ως «Κίνδυνος Αγοράς» νοείται ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς μεταβολής στη χρηματοοικονομική κατάσταση, που απορρέει, άμεσα ή έμμεσα, από τις διακυμάνσεις στο επίπεδο και στη μεταβλητότητα των αγοραίων τιμών των περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και των χρηματοπιστωτικών μέσων.

4. Ως «Πιστωτικός Κίνδυνος» νοείται ο κίνδυνος ζημίας ή δυσμενούς μεταβολής στη χρηματοοικονομική κατάσταση, λόγω διακυμάνσεων στην πιστοληπτική κατάσταση των εκδοτών τίτλων, των αντισυμβαλλομένων και οποιωνδήποτε άλλων χρεωστών, στον οποίο

οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις είναι εκτεθειμένες, με τη μορφή κινδύνου αθέτησης αντισυμβαλλομένου, κινδύνου πιστωτικών περιθωρίων, ή συγκεντρώσεων κινδύνου αγοράς.

5. Ως «Λειτουργικός Κίνδυνος» νοείται ο κίνδυνος εμφάνισης ζημιών λόγω ακατάλληλων ή ανεπαρκών εσωτερικών διαδικασιών, ή λόγω ακατάλληλου ή ανεπαρκούς προσωπικού ή λόγω ακατάλληλων ή ανεπαρκών λειτουργικών συστημάτων ή εξωτερικών παραγόντων. ΢την έννοια του κινδύνου αυτού περιλαμβάνεται ο νομικός κίνδυνος ενώ εξαιρούνται ο στρατηγικός κίνδυνος και ο κίνδυνος φήμης.

6. Ως «Κίνδυνος Ρευστότητας» νοείται ο κίνδυνος αδυναμίας των Επιχειρήσεων να εκποιήσουν επενδύσεις και άλλα περιουσιακά στοιχεία προκειμένου να προβούν στον διακανονισμό των οικονομικών τους υποχρεώσεων όταν αυτές καταστούν απαιτητές.

7. Ως «Κίνδυνος Συγκέντρωσης», νοείτε ο κίνδυνος που απορρέει από την χαμηλή διασπορά και ήτοι τη συγκέντρωση είτε των επενδύσεων είτε των ασφαλιστικών υποχρεώσεων της Επιχείρησης ή της Ασφαλιστικής Επιχειρηματικής Ομάδας σε μεμονωμένα στοιχεία του Ενεργητικού και του Παθητικού

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

Άρθρο 4

«Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» (ΠΔΚ)

1. Για την επίτευξη του σκοπού, κάθε Επιχείρηση πρέπει να διαθέτει ένα «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» εντός του οποίου διαχειρίζεται αποτελεσματικά τους κινδύνους που προκύπτουν από την δραστηριότητα της. Το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» της Επιχείρησης πρέπει να παρέχει μια λογική διαβεβαίωση ότι οι κίνδυνοι της Επιχείρησης αναγνωρίζονται, αξιολογούνται, παρακολουθούνται και διαχειρίζονται προσεκτικά και πλήρως και ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις αποτελεσματικής διοικητικής και διαχειριστικής οργάνωσης καθώς και διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου (άρθρο 6 παρ. 3 ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει), λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως, η δραστηριότητα και το μέγεθος της επιχείρησης καθώς και η πολυπλοκότητα των ασφαλιστικών εργασιών.

2. Για τους σκοπούς αυτής της απόφασης:

(α) το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» (ΠΔΚ) διαμορφώνεται από το σύνολο των συστημάτων, των δομών, των διαδικασιών και των ανθρώπων μέσα στην Επιχείρηση, που προσδιορίζουν, αξιολογούν, μετριάζουν και ελέγχουν όλες τις εσωτερικές και εξωτερικές πηγές κινδύνου, που θα μπορούσαν να ασκήσουν ουσιαστική επίδραση στις λειτουργίες-διαδικασίες της Επιχείρησης και

(β) η αναφορά στις λειτουργίες-διαδικασίες της Επιχείρησης αφορά τις δραστηριότητες αυτής στην Ελλάδα και στο εξωτερικό μέσω υποκαταστήματος ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» (ΠΔΚ) μιας Επιχείρησης πρέπει, τουλάχιστον, να περιλαμβάνει:

(α) μια έγγραφη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (΢ΔΚ), σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσης

(β) τις πολιτικές διαχείρισης των κινδύνων που περιγράφονται στο άρθρο 5 της παρούσης και

(γ) σαφώς καθορισμένες διευθυντικές ευθύνες και ελέγχους για την εφαρμογή των πολιτικών και διαδικασιών που συνθέτουν το Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων.

3. Κάθε Επιχείρηση εξασφαλίζει ότι το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» υπόκειται σε αποτελεσματική και περιεκτική αναθεώρηση του, τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος, από λειτουργικά ανεξάρτητο και κατάλληλα εκπαιδευμένο και ικανό προσωπικό. Επίσης εξασφαλίζει ότι η συχνότητα και το πεδίο εφαρμογής αυτής της επανεξέτασης είναι κατάλληλα, λαμβάνοντας υπόψη τέτοιους παράγοντες όπως η δραστηριότητα, το μέγεθος, και η πολυπλοκότητα των ασφαλιστικών εργασιών καθώς και τις επιπτώσεις οποιασδήποτε αλλαγής στο επιχειρησιακό σχεδιασμό του. Η διαδικασία αναθεώρησης του «Πλαισίου Διαχείρισης Κινδύνων» καταλαμβάνει και ελέγχει:

(α) την λειτουργία της Υπηρεσίας Διαχείρισης Κινδύνων του άρθρου 7της παρούσης ή του ρόλου αυτής

(β) τη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) και

(γ) την λειτουργία του «Εσωτερικού Ελέγχου».

Άρθρο 5

«Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ)

1. Η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) είναι ένα υψηλού επιπέδου στρατηγικό έγγραφο, που προορίζεται για να περιγράφει τα κύρια στοιχεία του «Πλαισίου Διαχείρισης Κινδύνων» της Επιχείρησης. Η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) μιας Επιχείρησης πρέπει κατ’ ελάχιστο:

(α) να προσδιορίζει με σαφήνεια τα πρόσωπα εκείνα και τις θέσεις τους στην Επιχείρηση (ή τον ασφαλιστικό όμιλο ή την ασφαλιστική επιχειρηματική ομάδα) ή τις ομάδες προσώπων με τη διευθυντική ευθύνη για το (την λειτουργία του) «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων», και να καθορίζει ρητά τους ρόλους και τις ευθύνες τους

(β) να περιγράφει τις διαδικασίες αναγνώρισης και εκτίμησης των κινδύνων

(γ) να περιγράφει τη σχέση διοίκησης κινδύνου μεταξύ του ΔΣ της Επιχείρησης, των επιτροπών του ΔΣ και της Διοίκησης της Επιχείρησης

(δ) να προσδιορίζει τη διαδικασία για τα θέματα παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων

(ε) να περιγράφει τη διαδικασία για τους μηχανισμούς μετριασμού και ελέγχου για τους επιμέρους κινδύνους

(στ) να περιγράφει την προσέγγιση για την εξασφάλιση ικανού προσωπικού, το οποίο είναι ενήμερο σε ζητήματα κινδύνων συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου δυνατότητας πρόσβασης στη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ)

(ζ) να περιγράφει τη διαδικασία με την οποία το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» (συμπεριλαμβανομένου της ΣΔΚ) αναθεωρείται,

(η) να παρέχει μια επισκόπηση των μηχανισμών σε ισχύ για τον έλεγχο και την εξασφάλιση συνεχούς συμμόρφωσης με την ελάχιστη κεφαλαιακή απαίτηση (Αναγκαίο Περιθώριο Φερεγγυότητας)

(θ) να παρέχει μια επισκόπηση των διαδικασιών και των ελέγχων σε ισχύ για την εξασφάλιση συμμόρφωσης με όλες τις λοιπές απαιτήσεις της απόφασης αυτής

(ι) να καλύπτει τις δραστηριότητες και λειτουργίες που λαμβάνουν χώρα στην Ελλάδα και τους κινδύνους που προκύπτουν από τις λειτουργίες της Επιχείρησης σε άλλες χώρες που θα μπορούσε να προσκρούσει στις ελληνικές λειτουργίες-διαδικασίες της Επιχείρησης.

2. Η Επιχείρηση αναθεωρεί τη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) τουλάχιστον μια φορά το έτος για να διασφαλίζει ότι αυτό τεκμηριώνει επακριβώς το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» της Επιχείρησης.

3.Όταν υπάρχουν ουσιαστικές αλλαγές στις λειτουργίες-διαδικασίες της Επιχείρησης, το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» πρέπει να αναθεωρείται και να τροποποιείται, και εάν κρίνεται απαραίτητο και η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) για να λάβει υπόψη της, τις αλλαγές αυτές. Η αρχική καθώς και κάθε αναθεωρημένη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) πρέπει να εγκρίνεται από το ΔΣ της Επιχείρησης και να υποβάλλεται στην ΕΠΕΙΑ μέσα σε 10 εργάσιμες ημέρες από την έγκριση του. Η ισχύς της αναθεωρημένης «Στρατηγικής Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) αρχίζει από την έγκριση της από το Δ΢.

4. Ένας ασφαλιστικός όμιλος δύναται να διαμορφώσει μια «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) σχετικά με τον όμιλο, όπου το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» καλύπτει ενιαία ολόκληρο τον ασφαλιστικό όμιλο κατόπιν εγκρίσεως της ΕΠΕΙΑ. Η ενιαία «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) του ασφαλιστικού ομίλου πρέπει να εξετάζει και να αντιμετωπίζει το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» (ΠΔΚ) κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης μέσα στον ασφαλιστικό όμιλο όπως προβλέπεται από την απόφαση αυτή.

3.5. Η ΕΠΕΙΑ δύναται εγγράφως μεμονωμένα ή σωρευτικά να απαιτήσει

(α) από μια ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις του ομίλου να διαμορφώσουν χωριστή «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ)

(β) τη διαμόρφωση μιας «Στρατηγικής Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ ) για μια χωριστή ασφαλιστική ομάδα μέσα στον ασφαλιστικό όμιλο

εφόσον έχει την άποψη ότι η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) του ομίλου δεν εξετάζει επαρκώς το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» της κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης ή είναι της άποψης ότι μια διαφορετική μορφή της «Στρατηγικής Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) είναι επιθυμητή για να εξασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις αυτής της απόφασης θα πληρούνται.

6. Η Επιχείρηση δεν μπορεί να παρεκκλίνει σκόπιμα και με ουσιαστικό τρόπο από τη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) της, εκτός εάν η απόκλιση αυτή έχει εγκριθεί από του ΔΣ της επιχείρησης .

7. Όταν διαπιστωθούν ουσιώδεις θεσμικές, λειτουργικές ή άλλες εξελίξεις σχετικά με τις διαδικασίες, που εφαρμόζει η Υπηρεσία Διαχείρισης Κινδύνων, που έχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στο «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» της Επιχείρησης, η εν λόγω επιχείρηση οφείλει να το δηλώσει στην ΕΠΕΙΑ το συντομότερο δυνατόν. Όταν το γεγονός αυτό συμβεί θα πρέπει να τροποποιηθεί το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» της και εάν κριθεί απαραίτητο και η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ), ώστε να λάβει υπόψη της τις τροποποιήσεις.

8. Εάν μια ασφαλιστική επιχείρηση είναι μέρος ενός ελληνικού ή ενός αλλοδαπού ασφαλιστικού ομίλου με έδρα την ΕΕ, η «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) οφείλει επιπλέον:

(ι) να περιλαμβάνει μια περίληψη των πολιτικών και στρατηγικών στόχων του ομίλου

(ii) να δηλώνει εάν η ισχύουσα «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) της Επιχείρησης προέρχεται πλήρως ή μερικώς από τις ρυθμίσεις Διαχείρισης Κινδύνων του ομίλου

(iii) να συνοψίζει τις ομοιότητες και τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των ισχυουσών ρυθμίσεων διαχείρισης κινδύνων της «Στρατηγικής Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) αυτής και του ομίλου, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής τοπικής δραστηριότητας και άλλων προϋποθέσεων

(iv) να περιγράφει τη διαδικασία των επιτόπιων ελέγχων της από τη μητρική εταιρία καθώς και τις αναφορές της προς τη μητρική εταιρία.

Μια περίληψη των βασικών διαδικασιών, της συχνότητας υποβολής εκθέσεων όπως και της προσέγγισης στις αναθεωρήσεις πρέπει να υποβάλλονται στην ΕΠΕΙΑ

(v) όταν οποιοδήποτε στοιχείο του «Πλαισίου Διαχείρισης Κινδύνων» μιας ασφαλιστικής επιχείρησης ελέγχεται από μια άλλη οντότητα της ομάδας ή από τα κεντρικά γραφεία του ομίλου, πρέπει να περιγράφεται πώς η διαδικασία αυτή λειτουργεί και

(vi) όταν μια ασφαλιστική επιχείρηση:

(α) είναι μέρος ενός παγκόσμιου ασφαλιστικού ομίλου όπου η έδρα του ή η τελευταία εταιρεία συμμετοχών είναι εκτός ΕΕ & ΕΟΦ ή

(β) είναι μια αλλοδαπή ασφαλιστική εκτός ΕΕ & ΕΟΦ,

περιλαμβάνει μια περίληψη των εποπτικών ρυθμίσεων της ΕΠΕΙΑ σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων.

Άρθρο 6

Πολιτικές Διαχείρισης Κινδύνων

1. Κάθε Επιχείρηση πρέπει να διαθέτει

α) καταγεγραμμένες πολιτικές διαχείρισης κινδύνων

β) διαδικασίες για τον προσδιορισμό, τον έλεγχο και την υποβολή αναφορών σχετικά με το μετριασμό όλων των ουσιαστικών κινδύνων, οικονομικών και μη οικονομικών, τη δυνατότητα να αντιμετωπιστούν από την Επιχείρηση, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η δραστηριότητα, το μέγεθος και την πολυπλοκότητα των λειτουργιών-διαδικασιών της Επιχείρησης και

γ) διαδικασία αναθεώρησης αυτών για να εξασφαλιστεί ότι το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» παραμένει αποτελεσματικό.

2. Οι πολιτικές διαχείρισης των ουσιαστικών κινδύνων που περιγράφονται στην ανωτέρω παράγραφο 1 του άρθρου αυτού πρέπει, τουλάχιστον, να αναφέρονται:

α) στους Ασφαλιστικούς Κινδύνους (ανάληψης κινδύνων και αποθεματοποίησης ανά ομογενείς ομάδες κινδύνου)

β) στο κίνδυνο διαχείρισης Ενεργητικού - Παθητικού της Επιχείρησης

γ) στον Κίνδυνο των επενδύσεων της Επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη τον Κίνδυνο Αγοράς και τον Πιστωτικό Κίνδυνο.

δ) στους Κινδύνους Συγκέντρωσης και Ρευστότητας- συμπεριλαμβανομένου του τύπου των κινδύνων, των αντισυμβαλλόμενων, της γεωγραφικής περιοχής, και συγκέντρωσης βιομηχανίας που μπορούν να προκύψουν σαν αποτέλεσμα οποιασδήποτε από τις παραπάνω απαριθμημένες κατηγορίες κινδύνου

ε) στο Λειτουργικό Κίνδυνο

ζ) στους κινδύνους, που ανακύπτουν από τις ρυθμίσεις αντασφάλισης - πρέπει να υπάρχει μια σαφής σύνδεση μεταξύ της πολιτικής διαχείρισης κινδύνων της επιχείρησης και της πολιτικής της αντασφάλισης της επιχείρησης αυτής

Άρθρο 7

«Υπηρεσία Διαχείρισης Κινδύνων»

1. Κάθε Επιχείρηση διαθέτει εσωτερικά μια Υπηρεσία Διαχείρισης Κινδύνων η οποία παρακολουθεί την ανάπτυξη, λειτουργία και τη διατήρηση του «Πλαισίου Διαχείρισης Κινδύνων» της επιχείρησης και ενημερώνει το Δ΢ της επιχείρησης, οποιασδήποτε επιτροπή που έχει συσταθεί από το ΔΣ καθώς και στη διοίκηση της Επιχείρησης, για θέματα της αρμοδιότητας της

2. Η Υπηρεσία Διαχείρισης Κινδύνων αποτελεί εσωτερική οργανική μονάδα η οποία:

(α) έχει την απαραίτητη εξουσία για να διευθύνει τις δραστηριότητές της κατά τρόπο αποτελεσματικό και ανεξάρτητο

(β) είναι επαρκώς στελεχωμένη για τη φύση, την κλίμακα και την ποικιλομορφία των λειτουργιών- διαδικασιών της

(γ) διαθέτει ελεύθερη πρόσβαση στα στοιχεία της επιχείρησης ώστε να είναι ανά πάσα στιγμή κατάλληλα ενημερωμένη

Άρθρο 7

«Επιχειρηματικό Σχέδιο»

1. Κάθε Επιχείρηση διατηρεί-διαθέτει συνεχώς ένα Επιχειρηματικό Σχέδιο (συμπεριλαμβανομένης μιας περιγραφής προσέγγισης της επιχείρησης στη διαχείριση κεφαλαίου), εγκεκριμένο από το ΔΣ πριν τεθεί σε ισχύ. Το επιχειρηματικό αυτό σχέδιο θα πρέπει να βρίσκεται σε συνέπεια με τη Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων και τις πολιτικές που εφαρμόζει η επιχείρηση. Δύναται να αναθεωρείται οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της ισχύος του,.

2. Το επιχειρηματικό σχέδιο της Επιχείρησης πρέπει να είναι τριετές σε κυλιόμενη βάση και να αναθεωρείται τουλάχιστον ετησίως.

3. Κάθε Επιχειρηματικό Σχέδιο, καθώς και κάθε Αναθεωρημένο Επιχειρηματικό Σχέδιο, πρέπει να διατηρούνται από την Επιχείρηση και να είναι διαθέσιμα στην ΕΠΕΙΑ ανά πάσα χρονική στιγμή.

 

4. Κανένα Επιχειρηματικό Σχέδιο καθώς και καμία αναθεώρηση του δεν είναι σε ισχύ πριν την έγκριση του από το ΔΣ της Επιχείρησης.

Άρθρο 9

«Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» (ΕΔΚ)

1. Σο ΔΣ κάθε Επιχείρησης μετά από έγκριση του υποχρεούται να παρέχει στην ΕΠΕΙΑ μια έκθεση σχετικά με τη διαχείριση κινδύνων (Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων), που υπογράφεται από δύο διευθυντές ή στην περίπτωση υποκαταστήματος, με έδρα εκτός ΕΕ, από τον νόμιμο εκπρόσωπο αυτού, ο οποίος έχει τη σχετική εξουσιοδότηση και τον Οικονομικό Διευθυντή. Η Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων περιέχει έγγραφη βεβαίωση από το Δ΢ της Επιχείρησης ότι το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» είναι κατάλληλο και παρέχει τη λογική διαβεβαίωση ότι οι κίνδυνοι διαχειρίζονται επαρκώς λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως η δραστηριότητα, το μέγεθος και η πολυπλοκότητα των ασφαλιστικών εργασιών. Η έκθεση αυτή καθορίζεται στο άρθρο 10.

2. Η «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» πρέπει να υποβάλλεται στην ΕΠΕΙΑ μέχρι την τελευταία εργάσιμη μέρα του Μαρτίου εκάστου έτους.

Εάν στην εγκριθείσα από το Δ΢ «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» υπάρχουν αποκλίσεις από τη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ), περιλαμβάνεται ειδική αναφορά με περιγραφή οποιασδήποτε ουσιαστικής απόκλισης από τις υποχρεώσεις της Επιχείρησης και τα μέτρα που λαμβάνονται ή που προτείνονται για να ληφθούν, για να απαλειφθούν οι αποκλίσεις αυτές.

3. Όπου το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» καλύπτει έναν ασφαλιστικό όμιλο συνολικά και η ΕΠΕΙΑ δεν έχει πεισθεί για αυτό στο πλαίσιο της παραγράφου 4 του άρθρου 5, μια ομάδα ασφαλιστικών επιχειρήσεων του ομίλου μπορεί να υποβάλει στην ΕΠΕΙΑ:

(α) μια «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» για ολόκληρη την προαναφερόμενη ομάδα, ώστε να σχηματίζεται μια ενιαία κάλυψη από την «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» για εκείνη την ασφαλιστική ομάδα ή

(β) ξεχωριστές «Εκθέσεις Διαχείρισης Κινδύνων» για κάθε μια επιχείρηση της ομάδας αυτής.

4. Μια ενιαία «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» για τον ασφαλιστικό όμιλο, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 του άρθρου αυτού, πρέπει επαρκώς να εξετάζει και να αντιμετωπίζει το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» που είναι εφαρμόσιμο σε κάθε επιχείρηση του ομίλου όπως απαιτείται από την απόφαση αυτή.

5.Όπου η ΕΠΕΙΑ έχει κάνει έναν προσδιορισμό στο πλαίσιο της παραγράφου 5 του άρθρου 5 ή όταν η ΕΠΕΙΑ είναι της άποψης ότι η «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» του ασφαλιστικού ομίλου δεν εξετάζει επαρκώς το «Πλαίσιο Διαχείρισης Κινδύνων» που είναι εφαρμόσιμο σε κάθε ασφαλιστική επιχείρηση του ομίλου ή ότι μια χωριστή «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» είναι επιθυμητή ώστε να εξασφαλίζεται ότι ικανοποιούνται οι απαιτήσεις της απόφασης αυτής, η ΕΠΕΙΑ εγγράφως δύναται μεμονωμένα ή σωρευτικά:

(α) να απαιτήσει από μια ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις του ομίλου να διαμορφώσουν μια χωριστή «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων»

(β) να απαιτήσει τη δημιουργία και την υποβολή στην ΕΠΕΙΑ μιας «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» για μια διαφορετική ασφαλιστική ομάδα μέσα στον ασφαλιστικό όμιλο εντός ενός λογικού χρόνου καθορισμένου από την ΕΠΕΙΑ.

Άρθρο 10

Περιεχόμενο της «Έκθεσης Διαχείρισης Κινδύνων»

1. Το ΔΣ κάθε Επιχείρησης πρέπει να υποβάλει στην ΕΠΕΙΑ, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 9 της απόφασης αυτής, μια «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» δηλώνοντας ότι, σύμφωνα με τις γνώσεις, τις πεποιθήσεις τους και έχοντας κάνει τη κατάλληλη έρευνα:

(α) η Επιχείρηση διαθέτει τη κατάλληλη οργάνωση, με συστήματα, μηχανισμούς παρακολούθησης, διαδικασίες, πολιτικές σε ισχύ, με σκοπό την εξασφάλιση συμμόρφωσης με τους νόμους, τους κανονισμούς, τις αποφάσεις, τις κατευθύνσεις και οποιεσδήποτε άλλες απαιτήσεις που επιβάλλονται από την ΕΠΕΙΑ

(β) το ΔΣ της Επιχείρησης καθώς και η Διοίκηση αυτής ικανοποιούνται με την αποτελεσματικότητα των διαδικασιών και των συστημάτων, που περιβάλλουν την εξαγωγή των οικονομικών πληροφοριών της Επιχείρησης

(γ) η Επιχείρηση έχει σε ισχύ μια «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ), σύμφωνα με τις απαιτήσεις της απόφασης αυτής, καθορίζοντας την προσέγγισή της στη διαχείριση κινδύνων

(δ) η Επιχείρηση έχει αναπτύξει και είναι σε ισχύ μια αντασφαλιστική πολιτική, για την επιλογή και τον έλεγχο των αντασφαλιστικών συμβάσεων

(ε) η Επιχείρηση, κατά τη διάρκεια του τελευταίου οικονομικού έτους, έχει συμμορφωθεί ουσιαστικά με τη «Στρατηγική Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ) καθώς και την επενδυτική και αντασφαλιστική της πολιτική. Όλες οι επιχειρησιακές στρατηγικές της λειτουργούν αποτελεσματικά στην πράξη, λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους κατά τον σχεδιασμό των επιχειρηματικών αποφάσεων

2. Αντίγραφα της ισχύουσας «Στρατηγικής Διαχείρισης Κινδύνων» (ΣΔΚ), της πολιτικής αντασφάλισης καθώς και της επενδυτικής πολιτικής της Επιχείρησης υποβάλλονται στην ΕΠΕΙΑ. Η ΕΠΕΙΑ διατηρεί το δικαίωμα να ζητά από την Επιχείρηση, οποιαδήποτε πολιτική σε ισχύ της Επιχείρησης.

Άρθρο 11

«Οικονομική Δήλωση Πληροφοριών» (ΟΔΠ)

1. Κάθε Επιχείρηση πρέπει να παρέχει στην ΕΠΕΙΑ δήλωση σχετικά με τις οικονομικές πληροφορίες (Οικονομική Δήλωση Πληροφοριών) που υπογράφονται από το Διευθύνοντα Σύμβουλο ή τον νόμιμο αντιπρόσωπο, αν πρόκειται για υποκατάστημα, και από τον Διευθυντή Οικονομικών Υπηρεσιών της Επιχείρησης. Αυτή η δήλωση καθορίζεται στο άρθρο 12 της απόφασης αυτής.

2. Η «Οικονομική Δήλωση Πληροφοριών» πρέπει να υποβάλλεται στην ΕΠΕΙΑ μέχρι την τελευταία εργάσιμη μέρα του Μαρτίου εκάστου έτους.

3. Ο Διευθύνων Σύμβουλος ή ο νόμιμος αντιπρόσωπος, αν πρόκειται για υποκατάστημα, και ο Διευθυντής Οικονομικών Υπηρεσιών της Επιχείρησης δύναται να εγκρίνουν την «Οικονομική Δήλωση Πληροφοριών» με επιφύλαξη ή υπό όρους. Στην περίπτωση αυτή η δήλωση πρέπει να περιλαμβάνει μια περιγραφή των αιτιών και των λόγων της έγκρισης με επιφύλαξη ή υπό όρους καθώς και μέτρα που λαμβάνονται, ή που προτείνονται να ληφθούν, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.

Άρθρο 12

Περιεχόμενο «Οικονομικής Δήλωσης Πληροφοριών»

1. Ο Διευθύνων Σύμβουλος ή ο Νόμιμος Αντιπρόσωπος, αν πρόκειται για υποκατάστημα, και ο Διευθυντής Οικονομικών Υπηρεσιών πρέπει (όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 της απόφασης) να παρέχουν στην ΕΠΕΙΑ μια «Οικονομική Δήλωση Πληροφοριών», που να υπογράφεται και από τους δύο. Οι παραπάνω πρέπει να δηλώνουν ότι, για το τρέχον οικονομικό έτος, έχοντας κάνει τις κατάλληλες έρευνες, σύμφωνα με τις γνώσεις και την πίστη τους :

(α) οι οικονομικές πληροφορίες, που η Επιχείρηση έχει υποβάλει στην ΕΠΕΙΑ, έχουν προετοιμαστεί σύμφωνα με τους νόμους, τους κανονισμούς και τις αποφάσεις που ισχύουν στην Ελλάδα καθώς και με τις επαγγελματικές απαιτήσεις που ισχύουν για τον κάθε κλάδο

(β) οι παρεχόμενες πληροφορίες στον «Εγκεκριμένο Ορκωτό Ελεγκτή», στον «Υπεύθυνο Αναλογιστή», στον Υπεύθυνο Διοίκησης και Διαχείρισης όπως και σε κάθε άλλο υπεύθυνο πρόσωπο της επιχείρησης με σκοπό τη διευκόλυνση τους για την ανάληψη των ρόλων τους και των ευθυνών τους είναι ακριβείς και πλήρεις, σύμφωνα με τα αρχεία της Επιχείρησης, την πραγματική παρουσίαση των συναλλαγών της για το τρέχον έτος καθώς και την οικονομική θέση της Επιχείρησης και

(γ) οι οικονομικές πληροφορίες που υποβάλλονται στην ΕΠΕΙΑ είναι ακριβείς και πλήρεις, σύμφωνες με τα πραγματικά αρχεία της Επιχείρησης, και αντιπροσωπεύουν μια αληθινή και δίκαιη άποψη των συναλλαγών για το έτος και την οικονομική θέση της Επιχείρησης.

δ) τα αρχεία της επιχείρησης τηρούνται με τρόπο ώστε να παράγονται οι ζητούμενες κάθε φορά πληροφορίες.

Άρθρο 13

Λοιπές απαιτήσεις

1. Όταν μια ασφαλιστική επιχείρηση ασκεί ασφαλιστικές δραστηριότητες εκτός Ελλάδος με τη μορφή θυγατρικής, υποκαταστήματος ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών πρέπει να διαθέτει μια «πολιτική άσκησης ασφαλιστικών δραστηριοτήτων εκτός Ελλάδος» και να την έχει καταθέσει στην ΕΠΕΙΑ έξη μήνες πριν την αίτηση για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής, εγκεκριμένη από το ΔΣ της ασφαλιστικής επιχείρησης.

2. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να περιέχει τουλάχιστον τα εξής:

(α) τη στρατηγική της ασφαλιστικής επιχείρησης για άσκηση ασφαλιστικής δραστηριότητας εκτός Ελλάδος

(β) τους λόγους για τους οποίους η επιχείρηση δύναται να λαμβάνει απόφαση να ασκήσει δραστηριότητα εκτός Ελλάδος.

(γ) τον τρόπο επιλογή της μορφής της οντότητας για την άσκηση της ασφαλιστικής δραστηριότητας εκτός Ελλάδος.

(δ) τα κριτήρια επιλογής της διοίκησης της οντότητας

(ε) ο τρόπος επικοινωνίας της ασφαλιστικής επιχείρησης με τη οντότητα που δραστηριοποιείται εκτός Ελλάδος (αν υπάρχει ειδική υπηρεσία στην ασφαλιστική επιχείρηση για επικοινωνία και συντονισμό των οντοτήτων που δραστηριοποιούνται εκτός Ελλάδος)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 14

Μεταβατικές διατάξεις

1. Η «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» που απαιτείται στο πλαίσιο της παραγράφου 1 του άρθρου 7 πρέπει να ολοκληρωθεί και να υποβληθεί πέντε μήνες μετά την ημερομηνία ισχύος της απόφασης αυτής.

2. Η πρώτη «Έκθεση Διαχείρισης Κινδύνων» της απόφασης αυτής θα πρέπει να περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο με περίληψη για το χειρισμό των θεμάτων που αναφέρονται στην απόφαση αυτή πριν την ημερομηνία ισχύος της.

Άρθρο 15

Τελικές διατάξεις

1. Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

2. Από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

3. Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, καταργείται κάθε αντίθετη ρύθμιση.

4. Η παρούσα απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια: